I. Sokoloff: «Πνεύμα παπιστικόν εν τη Ορθοδόξω Ανατολή ούτε υπήρξεν, ούτε θα υπάρξη»





Και είναι εν προκειμένω λίαν χαρακτηριστικά όσα περί της διοικήσεως της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως και των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριάρχου έγραφεν εν τη δημοσιευθείση εν τω περιοδικώ της ιεράς συνόδου της ρωσικής εκκλησίας «Εκκλησιαστικαί Ειδήσεις» ο εκ των διαπρεπεστέρων καθηγητών της ποτε Θεολογικής Ακαδημίας Πετρουπόλεως I. Sokoloff, αναλύων την μετά την άλωσιν ιδία δράσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου:


«Και προς τας άλλας Ορθοδόξους Εκκλησίας της Ανατολής οι Οικουμενικοί Πατριάρχαι, καθ  ὅλην την από της αλώσεως περίοδον, παρείχον βοήθειαν και αρρωγήν εις δυσχερείς αυτών περιστάσεις. Παρεχώρουν υπέρ των Εκκλησιών τούτων ιδίους ναούς, μοναστήρια, κτήματα, προς ωφέλειαν ηθικήν η υλικήν του εν αυταίς κλήρου και λαού. Προθύμως επεκύρωνον τα προς τας Εκκλησίας ταύτας αφιερώματα διαφόρων δωρητών, περιφρουρούντες ταύτα δι᾿ αγρύπνου εποπτείας, προς αυστηράν καταστολήν πάσης παρ  οἱουδήτινος τάσεως σφετερισμού η αποξενώσεως αυτών. Απέστελλον εγκυκλίους παμπληθείς προς ενορίας, συντεχνίας, μονάς, μητροπόλεις, επαρχίας του θρόνου, ζητούντες την υλικήν βοήθειαν αυτών υπέρ των εν ανάγκαις ευρισκομένων χριστιανών της Παλαιστίνης, της Συρίας, της Αιγύπτου κτλ.

Και άγνωστον τι θα εγίνετο η ορθόδοξος εκκλησία Αλεξανδρείας, εάν έπαυεν η εξησθένει η μέριμνα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθ᾿ ην εποχήν η Εκκλησία αύτη διεξήγε συνεχείς αγώνας προς τους Σιναΐτας, ένεκα των αξιώσεων αυτών επί των δικαιωμάτων του θρόνου Αλεξανδρείας. Ποίαι θα ήσαν αι συνέπειαι της λατινικής προπαγάνδας δια την εκκλησίαν Αντιοχείας, εάν οι πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως εγκατέλιπον ταύτην εις τας ιδίας αυτής ασθενείς δυνάμεις και εις τον κλήρον αυτής, εις εποχήν καθ᾿ ην ούτε υλικά, ούτε ηθικά μέσα υπήρχον εις την διάθεσιν αυτής προς καταπολέμησιν του κινδύνου; Ποία θα ήτο και η τύχη της εκκλησίας Ιεροσολύμων, εάν οι Οικουμενικοί Πατριάρχαι δεν επεδαψίλευον εις τον Πανάγιον Τάφον συστηματικήν υλικήν βοήθειαν, εάν ανέκοπτον το ρεύμα των προσφορών εκ των επαρχιών του Οικουμενικού Θρόνου η ημπόδιζον τους πατριάρχας της Ιερουσαλήμ και τους επισκόπους αυτών να διενεργώσι συνδρομάς υπέρ των ιδίων αναγκών; Τι θα εγίνετο η αυτοκέφαλος εκκλησία της Κύπρου, εάν οι Οικουμενικοί Πατριάρχαι δεν επροστάτευον αυτήν κατά τους χρόνους της ενετικής κυριαρχίας και ιδία κατά τον ιζ  καί ιη  αἰῶνα; ...

Άνευ της φροντίδος, των θυσιών και των αγώνων των Οικουμενικών Πατριαρχών ο Πανάγιος Τάφος και εν γένει οι Άγιοι Τόποι εν Ιερουσαλήμ προ πολλού θα περιήρχοντο εις πλήρη κατάπτωσιν και αποσύνθεσιν, περί δε της εκκλησίας Αντιοχείας, όπου οι μαθηταί του Σωτήρος το πρώτον ήρξαντο ονομαζόμενοι χριστιανοί, θα απέμενε πιθανώς απλή ιστορική ανάμνησις, ότι ήτό ποτε ότε και αύτη απετέλει ένα εκ των τεσσάρων πατριαρχικών θρόνων της ορθοδόξου Εκκλησίας.

Άξιον παρατηρήσεως είναι, ότι η προεξάρχουσα θέσις του πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως μεταξύ των ίσων αυτώ ορθοδόξων πατριαρχών της Ανατολής, ουδένα διήγειρεν εις αυτούς φόβον, καθόσον οι πάντες ήσαν πεπεισμένοι, ότι ουδείς ουδέποτε εκ των Οικουμενικών Πατριαρχών ήγετο εκ της ιδέας της αποκτήσεως απολύτου εξουσίας εν τη ορθοδόξω Εκκλησία δια της ελαττώσεως η εκμηδενίσεως των κανονικών δικαιωμάτων και προνομίων των λοιπών πατριαρχικών θρόνων και ότι ουδένα, ουδέ τον ελάχιστον, διέτρεχε κίνδυνον το αυτοκέφαλον αυτών. Οι Πατριάρχαι της Νέας Ρώμης φροντίζοντες, ως πρώτοι εν ίσοις, περί της ευσταθείας των λοιπών θρόνων της Ανατολής, ουδέποτε παρέλειπον να επικαλώνται την πρόφρονα σύμπραξιν και συναντίληψιν των ομοτίμων αυτοίς εν Χριστώ αδελφών, καθιστώντες αυτούς κοινωνούς εν τη διοικήσει και των του οικουμενικού θρόνου πραγμάτων. Η Ιστορία μαρτυρεί, ότι όχι μόνον περί γενικού ενδιαφέροντος υποθέσεων και ζητημάτων, εν οις η συναίνεσις εκείνων ήτο απαραίτητος, αλλά και εις ζητήματα τοπικού χαρακτήρος και δη εις ζητήματα αναφερόμενα αποκλειστικώς εις το κλίμα του Οικουμενικού Θρόνου, οι πατριάρχαι Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων και ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου, ευρισκόμενοι εν Κωνσταντινουπόλει, ελάμβανον μέρος εις τας συνοδικάς συνεδρίας και συζητήσεις και συνυπέγραφον. Εν γένει μεταξύ των πατριαρχών της ορθοδόξου Ανατολής υπήρχε πλήρης αλληλεγγύη, εις τας αμοιβαίας αυτών σχέσεις υπήρχε πλήρης αγάπη, αδελφικός σεβασμός και πνευματική ενότης και επικοινωνία.

Ούτω περί παπισμού εν τη ορθοδόξω Ανατολή ούτε λόγος δέον να γίνηται, ο δε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, εις ον ενίοτε, ένεκα παρεξηγήσεως, αποδίδονται τάσεις παπιστικαί, ουδέποτε επεδίωξε κυριαρχίαν εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία της Ανατολής, πάντοτε εις τας σχέσεις αυτού προς τους λοιπούς πατριάρχας της Ανατολής ήγετο εκ λόγων αδελφικής αγάπης και μερίμνης. Πνεύμα παπιστικόν εν τη Ορθοδόξω Ανατολή ούτε υπήρξεν, ούτε θα υπάρξη» (ΕΜΜ. ΦΩΤΙΑΔΟΥ, «Εξ αφορμής ενός άρθρου», εν Ορθοδοξία (1948) 31-33, σημ. 69. Πρβλ. Κ. ΔΕΛΙΚΑΝΗ, Πατριαρχικά Έγγραφα, τομ. 2, Προλεγόμενα, σσ. 14-20).

Από το βιβλίο του Μητροπολίτου Σάρδεων Μαξίμου, ΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ ΕΝ Τῌ ΟΡΘΟΔΟΞῼ ΕΚΚΛΗΣΙᾼ - ΙΣΤΟΡΙΚΟΚΑΝΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ, ΕΚΔΟΣΙΣ Β΄, ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΙΔΡΥΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1983, σσ. 317-319.

Ολόκληρο το βιβλίο βρίσκεται εδώ.