ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΕΠΟΧΗΣ: ΠΕΡΙ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΘΡΟΝΟΥ

 


Επειδή τον τελευταίο καιρό κάποιοι εκπρόσωποι της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας ισχυρίζονται ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο «εφηύρε» τα προνόμιά του κατά την διάρκεια του 20ού αιώνα και λένε ψευδώς ότι η Μεγάλη Εκκλησία έπεσε στην «αίρεση παπισμού», δίνω λίγες μαρτυρίες από τα πατριαρχικά έγγραφα της βυζαντινής περιόδου για το πώς οι Πατριάρχες περιέγραφαν τα καθήκοντά τους. Όλα τα κείμενα αυτά είναι ευρέως γνωστά, και τα περισσότερα απ’ αυτά έχουν επανεκδοθεί και μεταφραστεί στη ρωσική ήδη από τον 19ο αιώνα.

Ο άγιος Οικουμενικός Πατριάρχης Κάλλιστος (κατά την δεύτερη Πατριαρχία του, 1355-1363) έγραψε τα εξής προς τους κληρικούς του Τυρνόβου της Βουλγαρίας αναφερόμενος στα προνόμια του Οικουμενικού Θρόνου: «ὁ τῆς Κωνσταντινουπόλεως θρόνος καὶ τὰς τῶν ἄλλων πατριαρχῶν κρίσεις, Ἀλεξανδρείας καὶ Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύμων καὶ ἐπανακρίνει καὶ διευθετεῖ καὶ τὸ κῦρος δίδωσιν, ὡς οἱ θεῖοι κανόνες διαγορεύουσι καὶ αἱ πράξεις ἐπεμαρτύρησαν, πῶς οὐ πολλῷ μᾶλλον τῆς τῶν Βουλγάρων Ἐκκλησίας ὁ Θρόνος οὗτος κύριος ἔσται, παρ᾿ οὗ καὶ τὸ ὀνομάζεσθαι Πατριάρχης τετίμηται» (PG, 152, 1384 BC ; (MM = MIKLOSICH, FR., MÜLLER, IOS., Acta et diplomata graeca medii aevi sacra et profana, 6 vol., Vindobonae, 1860-1890), I, No 186, p. 439).

Ο άγιος Πατριάρχης Φιλόθεος Κόκκινος (1364-1376) απευθυνόμενος τον Ιούνιο του 1370 προς τον μέγα δούκα Μοσχοβίας Δημήτριο έγραφε: «ὁ γὰρ μητροπολίτης ὁ παρ’ ἐμοῦ καταστὰς τύπον φέρει τοῦ θεοῦ, καὶ ἀντὶ ἐμοῦ εὑρίσκεται αὐτόθι, καὶ πᾶς ὁ ὑποτασσόμενος αὐτῷ καὶ ὁ σπουδάζων καὶ ἀγαπᾶν καὶ τιμᾶν καὶ πείθεσθαι αὐτῷ τῶ θεῷ ὑποτάσσεται καὶ τῇ ἡμῶν μετριότητι, πᾶσα γὰρ ἡ πρὸς αὐτὸν γινομένη τιμὴ εἰς ἐμὲ διαβαίνει καὶ δι' ἐμοῦ ἄντικρυς πρὸς αὐτὸν τὸν θεὸν, καὶ ὃν ἂν εὔξηται οὗτος καὶ ἀγαπήσῃ διά τινα αἰτίαν ἀγαθὴν ἢ διὰ τὴν εὐσέβειαν αὐτοῦ ἢ διὰ τὴν ὑποταγὴν του, ἔχω τὸν καὶ ἐγὼ εὐλογημένον καὶ ὁ θεὸς ὡσαύτως, καὶ τὸ ἐναντίον, ὃν ἂν ὀργισθῇ καὶ ἀφορίσῃ, ἔχω τὸν καὶ ἐγὼ οὕτως» (PG 152, 1420-1422; MM, I, No 264, 517; A. PAVLOV, Pamâtniki (=Pamâtniki drevne-russkago kanoničeskago prava, Čast’ pervaâ, Pamâtniki XI-XV v., Russkaâ istoričeskaâ biblioteka, Tom’’ 6, S.-Peterburg’’, 1880 (2nde éd. : 1908)), NO 16, 100-102).

Ο ίδιος Πατριάρχης ταυτόχρονα έγραψε προς μητροπολίτη Κιέβου Αλέξιο τα ακόλουθα: «ἐπεὶ καὶ τὰ δίκαια φέρεις τὰ ἰδικά μου ... ὃς ἔχω ἐπὶ τῆς γῆς τὰ δίκαια τοῦ θεοῦ. καὶ ἐπεὶ ἐγένου καὶ σὺ, χάριτι Χριστοῦ, μητροπολίτης παρ’ ἐμοῦ, τὰ δίκαια φέρεις τὰ ἐμὰ» (PG 152, 1422-1423; MM, I, No 265, 519; A. PAVLOV, Pamâtniki, No 17, 107-108).

Ο ίδιος παράλληλα έγραψε και προς άλλους δούκες της Ρωσίας λέγοντας: «εἴπερ ἀποδιδόατε πρὸς τὸν ἱερώτατον μητροπολίτην Κιέβου ..., ὃν ἐχαρίσατο ὑμῖν ὁ θεὸς διὰ τῶν ἡμετέρων χειρῶν, τὴν πρέπουσαν αἰδῶ καὶ τιμὴν καὶ ὑποταγὴν καὶ εὐπείθειαν καὶ στέργετε τοῦτον καὶ τὰ παρ’ αὐτοῦ λεγόμενα, ὡς τῆς ἐκκλησίας υἱοὶ γνήσιοι, καθὼς ὀφείλετε στέργειν καὶ αὐτὸν τὸν θεὸν, ἐπεὶ γὰρ ὁ θεὸς τὴν ἡμῶν μετριότητα ἔταξεν προστάτην τῶν ἁπανταχοῦ τῆς οἰκουμένης εὑρισκομένων χριστιανῶν καὶ κηδεμόνα καὶ φροντιστὴν τῶν ψυχῶν αὐτῶν, πάντες εἰς ἐμὲ ἀνάκεινται, πάτερα ὄντα καὶ διδάσκαλον πάντων. εἰ μὲν οὖν ἦν δυνατὸν, ἐμὲ αὐτὸν διέρχεσθαι τὰς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς πόλεις καὶ χώρας καὶ διδάσκειν ἐν αὐταῖς τὸν λόγον τοῦ θεοῦ, ἔμελλον τοῦτο ποιεῖν ἀπαραιτήτως, ἐπειδὴ τοῦτό ἐστι τὸ ἔργον · ἐπεὶ δὲ ἀδύνατόν ἐστιν, ἕνα ἄνθρωπον ἀσθενῆ καὶ ἀνίσχυρον εἰς πᾶσαν τὴν οἰκουμένην περιπατεῖν, ἐκλέγεται ἡ μετριότης ἡμῶν τοὺς κρείττονας καὶ προέχοντας ἀνθρώπους κατ’ ἀρετὴν, καὶ καθίστησι καὶ χειροτονεῖ ποιμένας καὶ διδασκάλους καὶ ἀρχιερεῖς, καὶ πέμπει πρὸς τὰ μέρη τῆς οἰκουμένης, ὃν μὲν αὐτόθι πρὸς τὴν καθ’ ὑμᾶς μεγάλην χώραν καὶ τὸ μυριάριθμον πλῆθος, ὃν δὲ ἐν ἄλλῳ μέρει τῆς γῆς, καὶ ἄλλον ἀλλαχοῦ, ἕκαστος οὖν εἰς ἣν ἂν ἐκληρώθη χώραν καὶ τόπον ἔχει καὶ τὴν καθέδραν καὶ τὰ δίκαια πάντα τῆς ἡμῶν μετριότητος ... μεγάλην ὀφείλετε πρὸς αὐτὸν τὴν τιμὴν καὶ εὐπείθειαν, ὅσην ἂν ἐμέλλετε πρὸς ἐμὲ αὐτὸν ἀποδιδόναι, εἴ γε αὐτόθι παρήμην · τὰ γὰρ ἡμέτερα δίκαια ἔχων αὐτὸς αὐτόθι ἀντὶ ἐμοῦ εὑρίσκεται, καὶ ἡ πρὸς αὐτὸν γινομένη τιμὴ καὶ ὑποταγὴ καὶ εὐπείθεια πρὸς τὴν ὑμῶν μετριότητα ἀναφέρεται καὶ δι’ αὐτῆς ἄντικρυς πρὸς αὐτὸν τὸν θεὸν διαβαίνει. ὑμεῖς γοῦν, υἱοὶ τῆς ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ὄντες γνήσιοι καὶ τρέφοντες πρὸς τὸν θεὸν ἀπὸ ψυχῆς πίστιν ὀρθὴν καὶ εὐσέβειαν, ὀφείλετε ὑπακούειν τῷ ὑμετέρῳ πατρὶ καὶ ποιμένι καὶ διδασκάλῳ, ὃν ὁ θεὸς ὑμῖν ἐχαρίσατο δι’ ἡμῶν, καὶ στέργειν αὐτὸν ὡς ἐμὲ, τὰ δὲ παρ’ αὐτοῦ λεγόμενα ὡς λογισμοὺς θεοῦ λογίζεσθαι» (PG 152, 1423-1425; MM, I, No 265, p. 520-521; A. PAVLOV, Pamâtniki, cité n. 1, No 18, p. 109-114).

Ο ίδιος Πατριάρχης γράφοντας τον Αύγουστο του 1371 προς τον μητροπολίτη Κιέβου Αλέξιο λέει περί του εαυτού του: «ἡ μετριότης ἡμῶν ἐτάχθη παρὰ θεοῦ ποιμὴν καὶ διδάσκαλος πάσης τῆς οἰκουμένης» (PG 152, 1452-1455; MM, I, No 321, p. 582; A. PAVLOV, Pamâtniki, No 25, p. 141-142).

Ο Πατριάρχης Νείλος (1380-1388) γράφοντας προς τους άρχοντες και κατοίκους της πόλης Νόβγοροντ λέει περί του εαυτού του: «παιδευθήσεται καὶ αὐτὸς παρὰ τῆς ἡμῶν μετριότητος, ὃν ἔταξεν ὁ θεὸς πατέρα καὶ διδάσκαλον καὶ πατριάρχην οἰκουμενικόν» (Το κείμενο αυτό σώζεται και σε σλαβική μετάφραση: «да казнится отъ на¬шего смиренiя, егоже устави Богъ отца, учителя, патрiарха всея вселенныа Царяграда», MM, II, No 347, p. 32-33; A. PAVLOV, Pamâtniki, cité n. 1, No 22, p. 193-194, No 31, p. 186).

Παρόμοια λέει και ο επόμενος Πατριάρχης Αντώνιος Δ΄ (1391-1397) γράφοντας πάλι στο Νόβγοροντ τον Σεπτέμβριο του 1393: «διὰ τοῦτο καὶ γράμματα ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς, τόν τε ψυχικὸν κίνδυνον, εἰς ὃν διὰ τοῦ ὅρκου ἐνεπέσετε, δεικνύων ὑμῖν καὶ παραινῶν καὶ διδάσκων, ὡς πατὴρ καὶ δεσπότης πνευματικὸς παρὰ θεοῦ καταστὰς τῶν ἁπανταχοῦ τῆς οἰκουμένης χριστιανῶν», και συνεχίζει: «τὸ γὰρ ἡμέτερον γράμμα ἐκεῖνο εὐαγγελίου τόπον εἶχεν εἰς ὑμᾶς, τὰ ῥήματα τοῦ Χριστοῦ φέρον καὶ διδάσκον τὴν σωτηρίαν ὑμῶν» (MM, II, No 446, p. 182; A. PAVLOV, Pamâtniki, No 37, p. 237-238).

Ο ίδιος Πατριάρχης περιγράφει τα καθήκοντά του για άλλη μια φορά γράφοντας την ίδια εποχή προς τον μέγα δούκα Μοσχοβίας Βασίλειο: «ἐπεὶ δὲ καθολικός εἰμι διδάσκαλος πάντων τῶν χριστιανῶν, ἀνάγκην ἔχω, ἐὰν ἀκούω τίποτε γινόμενον παρὰ τῆς εὐγενείας σου, ὅπερ σε βλάπτει ψυχικῶς, ἵνα σοι γράφω τοῦτο ὡς πατὴρ σου καὶ διδάσκαλος μετὰ νουθεσίας καὶ παραινέσεως, ἵνα διορθώσῃς αὐτό· καὶ ἔχεις καὶ σὺ ἀνάγκην ὡς χριστιανὸς καὶ υἱὸς τῆς ἐκκλησίας, ἵνα ποιήσῃς διόρθωσιν … οὐ γινώσκεις, ὅτι ὁ πατριάρχης τὸν τόπον ἔχει τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐπ’ αὐτοῦ κάθηται τοῦ θρόνου τοῦ δεσποτικοῦ; οὐδὲν περιφρονεῖς ἄνθρωπον, ἀλλὰ αὐτὸν τὸν Χριστὸν, ὅτι καὶ ὁ τιμῶν τὸν πατριάρχην, αὐτὸν τιμᾷ τὸν Χριστόν» (MM, II, No 447, p. 189; A. PAVLOV, Pamâtniki, No 40, p. 267-270).


Σχόλιο του Κωνσταντίνου Βετόσνικωφ