«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα γράψει Ιστορία τόσο για την ελληνική όσο και για την ορθόδοξη κοινότητα», υπογραμμίζει σε άρθρο του στην «Κ» ο Ἀντι Μανάτος, πρόεδρος της Manatos & Manatos, που δραστηριοποιείται σε θέματα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας στην Ουάσιγκτον.
ANDY MANATOS*
Ο πρόεδρος Μπάιντεν θα ξεκινήσει τη θητεία του έχοντας μια
πολύ πιο βαθιά και ουσιαστική σχέση τόσο με τους Ελληνοαμερικανούς και το
Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και με την Κύπρο και την Ελλάδα από
ό,τι είχαν οι προκάτοχοί του.
Την εποχή που ο τότε τριαντάχρονος Μπάιντεν εξελέγει στην αμερικανική
Γερουσία το 1973, ο γερουσιαστής Ρίτσαρντ Σβάικερ από την Πενσιλβάνια –μια
πολιτεία με μεγάλο πληθυσμό Ελληνοαμερικανών– μας είχε υποδείξει τη χαμηλή μας
επιρροή, αναφέροντας σε έναν Ελληνοαμερικανό ότι «δεν υπάρχουν Ελληνοαμερικανοί
στην πολιτεία μου». Οταν όμως ο ίδιος Ελληνοαμερικανός ανέφερε το θέμα στον
νεοεκλεγέντα Μπάιντεν, αυτός απάντησε ότι «τους γνωρίζω πολύ καλά και υπήρξαν
σημαντικοί αρωγοί στην εκλογή μου».
Στην αρχή της θητείας του Μπάιντεν, η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο και
όλοι εμείς οι Ελληνες ξεκινήσαμε τις προσπάθειες ενημέρωσης τόσο στο Καπιτώλιο
όσο και σε όλη τη χώρα. Ο Μπάιντεν ήταν από τους πρωτεργάτες της προσπάθειας
υποστήριξης της πρότασης του γερουσιαστή Τόμας Ιγκλετον για να μπει ένα τέλος
στη στρατιωτική βοήθεια προς την Τουρκία. Η προσπάθεια αυτή οδηγήθηκε στη Βουλή
των Αντιπροσώπων από τα τότε μέλη του Κογκρέσου Πολ Σαρμπάνης και Τζον
Μπραδήμας, με αποτέλεσμα να κερδίσει τη μάχη με τον Λευκό Οίκο για θέμα
εξωτερικής πολιτικής. Αυτή ήταν και η μοναδική φορά που έγινε κάτι τέτοιο στη
νεότερη ιστορία.
Κανένας άλλος γερουσιαστής δεν έχει συναντηθεί με περισσότερες
ελληνικές κοινότητες από ό,τι ο Μπάιντεν και κανένας άλλος γερουσιαστής δεν
έχει δείξει τόση πίστη και σεβασμό στους Ελληνες όταν αυτοί με περηφάνια
γιόρταζαν το γεγονός της εκλογής του πρώτου Ελληνοαμερικανού γερουσιαστή Πολ
Σαρμπάνης. Χαρακτηριστική ήταν, άλλωστε, η φράση του «απλά κάνω ό,τι μου λέει ο
Πολ».
Με το πέρασμα των δεκαετιών ο Μπάιντεν, όπως ακριβώς και ο
γερουσιαστής Μπομπ Μενέντες κάνει σήμερα, ξεχώρισε ανάμεσα στις 4.000
γερουσιαστές και μέλη της Βουλής και του Κογκρέσου που δεν έχουν ελληνικές
ρίζες, μένοντας έτσι στην ιστορία ως ο σημαντικότερος υποστηρικτής θεμάτων που
σχετίζονται άμεσα με την Ελλάδα και την Ορθοδοξία. Για παράδειγμα, ως πρόεδρος
της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, μαζί με τον τότε προσωπάρχη
του, Τόνι Μπλίνκεν, η επιστολή του Μπάιντεν προς τον πρόεδρο σχετικά με το
Οικουμενικό Πατριαρχείο εξασφάλισε 75 υπογραφές γερουσιαστών,
αριθμό-ρεκόρ.
Τον ίδιο δρόμο ακολούθησε και από τη θέση του αντιπροέδρου. Παραμένει
ο μοναδικός εν ενεργεία αντιπρόεδρος που επισκέφθηκε το Οικουμενικό
Πατριαρχείο, και μάλιστα δύο φορές. Είναι επίσης ο μοναδικός που επισκέφθηκε
την Κύπρο. Κανένας άλλος Αμερικανός αξιωματούχος δεν έχει τόσο στενή σχέση με τον
Οικουμενικό Πατριάρχη, τον οποίο μάλιστα κάποια στιγμή περιέγραψε ως τον έναν
άνθρωπο από τους δύο που έχει γνωρίσει που βρίσκονται τόσο κοντά στη λογική του
Χριστού. Η αντίδραση του Μπάιντεν όταν σε ένα άρθρο αναφέρθηκε ως
«Bidenopoulos» ήταν απολύτως φυσιολογική γι’ αυτόν. Το κορνίζωσε και το κρέμασε
στον τοίχο του. Μοιράζεται την έννοια του ελληνικού φιλότιμου σε βαθμό που ο
ίδιος έφερε τα εγγόνια του στις εκδηλώσεις για την «Ημέρα του Οχι» στην
Ουάσιγκτον ώστε να μάθουν για το φιλότιμο αλλά και την αξία του ρίσκου για να
κάνεις το σωστό.
Ο Μπάιντεν συγκίνησε τόσο πολύ τους Ελληνες, ώστε όταν αυτός ήταν
υποψήφιος το 2008 απέναντι στον τότε γερουσιαστή Μπαράκ Ομπάμα, οι Ελληνες
δημιούργησαν την «Ομάδα 2.400», η οποία στην ουσία αποτελεί το μάξιμουμ συνεισφοράς
που μπορεί να λάβει ένας υποψήφιος. Για την ακρίβεια, οι Ελληνες συγκέντρωσαν
το 15% της συνολικής εκστρατείας, ενώ αποτελούσαν μόνο το 4% του πληθυσμού, ενώ
ο σημαντικότερος υποστηρικτής του στη φετινή εκστρατεία του για την προεδρική
εκλογή ήταν και πάλι ένας Ελληνας.
Αν και δεν είναι ευρέως γνωστό, ως αντιπρόεδρος ο Μπάιντεν συνέχισε να
προβάλλει και να υποστηρίζει τις αμερικανικές αλλά και τις ελληνικές αξίες.
Κατά τη διάρκεια των πρώτων έξι ετών της θητείας Ομπάμα και με την ελπίδα της
μεταμόρφωσης της Τουρκίας σε ένα κράτος-μοντέλο μουσουλμανικής δημοκρατίας, ο
Ομπάμα επικοινώνησε με τον Ερντογάν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο
πρωθυπουργό ή πρόεδρο. Οταν ο Ομπάμα σταμάτησε τις προσπάθειες, ανέλαβε ο
Μπάιντεν και για δύο χρόνια ο ίδιος μαζί με τον προσωπάρχη του, Μπλίνκεν,
προσπάθησε να οδηγήσει τον Ερντογάν προς τη σωστή κατεύθυνση. Για όλους αυτούς
και ακόμη περισσότερους λόγους, ο Μπάιντεν αναλαμβάνει την αμερικανική
εξωτερική πολιτική γνωρίζοντας πολύ περισσότερα για τον Ερντογάν από ό,τι οποιοσδήποτε
άλλος πρόεδρος.
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που θα καθορίσουν το πόσα μπορεί να
καταφέρει ο Τζο Μπάιντεν σε θέματα που αφορούν τόσο τους Ελληνες όσο και την
Ορθοδοξία.
Παρ’ όλα αυτά, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι την τελευταία φορά που
κάποιος σαν τον Μπάιντεν ήταν πρόεδρος –ο Μπιλ Κλίντον– και κάποιος σαν τον
Μπλίνκεν ασχολούνταν με την ευρωπαϊκή πολιτική – ο Ντικ Χόλμπρουκ: 1) Η Αλβανία
απελευθέρωσε τους 5 της Ομόνοιας από τη φυλακή και την εκτέλεση, 2) η τότε ΠΓΔΜ
αφαίρεσε τον όρο «μακεδονική γλώσσα» από το σύνταγμά της, 3) τα τουρκικά
στρατεύματα απομακρύνθηκαν από την ελληνική νησίδα Ιμια, 4) ο πρώτος εν
ενεργεία Αμερικανός πρόεδρος επισκέφθηκε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και 5)
κάμφθηκαν οι αρχικές ενστάσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας για την πρόωρη
ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., ώστε να μην υπάρξει ο φόβος των επιδιώξεων της
Τουρκίας.
Ενόψει των τελευταίων αντιαμερικανικών κινήσεων του Ερντογάν, που
αλλάζουν σημαντικά την άποψη της Αμερικής για την Τουρκία, αλλά και λόγω του
παρελθόντος του Μπάιντεν σε τέτοιου είδους ζητήματα, δεν
υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνησή του θα γράψει ιστορία τόσο για την
ελληνική όσο και για την ορθόδοξη κοινότητα.
* Ο κ. Andy Manatos είναι πρόεδρος της
Manatos & Manatos και δραστηριοποιείται σε θέματα του Ελληνισμού και της
Ορθοδοξίας στην Ουάσιγκτον.
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ