Το Πατριαρχείο Μόσχας ήθελε να ανατρέψει το κείμενο
σχετικά με τις χειροτονίες αλλά το απέτυχε
Δημήτριος Γκορεβόϊ, Τατιάνα Ντερκάτς
Πρόσφατα, στην
ιστοσελίδα μας δημοσιεύσαμε αναλυτικό υλικό σχετικά με την προέλευση των
επισκοπικών χειροτονιών στην «Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκλησία». Αργότερα,
μια απάντηση στο δημοσίευμά μας δημοσιεύθηκε, κατευθείαν στα ελληνικά, στον
ελληνικό ιστότοπο «ΡΟΜΦΑΙΑ»,
υπό το όνομα του Αναπληρωτή Προέδρου του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών
Σχέσεων της «Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας-Πατριαρχείο Μόσχας», πρωθιερέως
Νικολάου Νταντιλέβιτς, στην οποία προσπάθησε να δυσφημίσει τα ευρήματά μας. Είμαστε
πολύ ευχαριστημένοι γι’ αυτό. Ο πρωθιερεύς Νικόλαος μας διαβάζει και αντιδρά στο
υλικό που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα μας, το Cerkvarium. Ωστόσο, δεν
μπορούμε να συμφωνήσουμε με αυτές τις εκτιμήσεις και τις υποθέσεις με το
πρόσχημα των συμπερασμάτων που κάνει ο ιερέας του Πατριαρχείου Μόσχας στο άρθρο
του. Λοιπόν, είμαστε αναγκασμένοι να συνεχίσουμε τη συζήτησή μας.
Δυστυχώς, ο π. Νικόλαος ξεκίνησε κάνοντας χρήση μιας πολεμικής τεχνικής, γνωστής στην ψυχολογία ως «λεκτική επιθετικότητα». Με απλά λόγια, προσπάθησε να μας
δυσφημίσει:
«Το προαναφερθέν άρθρο, επικαλούμενο ένα ελαχίστου κύρους
διαδικτυακό πόρο, ισχυρίζεται…»
Όπως βλέπετε, ο εκπρόσωπος της «Ουκρανικής
Ορθόδοξης Εκκλησίας-Πατριαρχείο Μόσχας» δεν μπόρεσε να αντισταθεί στη χρήση ενός «κλισέ», το οποίο είναι απλώς
μια προσωπική αξιολογική κρίση, προορισμένη χωρίς αποδείξεις
να χειραγωγήσει τον αναγνώστη στην εξουδετέρωση των δικών μας συμπερασμάτων.
Αυτές τις αξιολογικές κρίσεις και τη σχετική χειραγώγηση θα δούμε παρακάτω σε
μεγάλο αριθμό στο κείμενο του π. Νικολάου.
Επειδή η έρευνά μας ήταν εστιασμένη εν πολλοίς στην προσωπικότητα του
Βικέντιου Τσεκάλιν, ο π. Νικόλαος προσπάθησε να παρουσιάσει την εναλλακτική του
άποψη σχετικά με την κανονικότητα των χειροτονιών στις οποίες συμμετείχε ο
Τσεκάλιν. Και σχεδόν αμέσως έπεσε στο νερόλακκο (σ.σ. «την πάτησε»), παρέχοντας ανακριβείς πληροφορίες. Ισχυρίζεται
ότι η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία καθήρεσε τον Βικέντιο Τσεκάλιν από την τάξη του
Διακόνου το 1983. Όμως, αυτό συνέβη το 1988. Και αυτό έχει γραφτεί όχι από «ένα ελαχίστου κύρους διαδικτυακό πόρο»,
αλλά από τον διάσημο ιστορικό Σέργιο Σουμίλο στο βιβλίο του «Στις
κατακόμβες. Η κρυπτο-Ορθοδοξία στην ΕΣΣΔ. Σύνοψη της Ιστορίας της Αληθινής
Ορθόδοξης Εκκλησίας στην ΕΣΣΔ». Μικρή λεπτομέρεια ίσως, αλλά σίγουρα
δυσάρεστη.
Η εκκλησιαστική πορεία του Τσεκάλιν πράγματι δεν ήταν ένα πρότυπο
χριστιανικής συμπεριφοράς: το 1987 φυλακίστηκε για 3 χρόνια - όχι για 3,5
χρόνια όπως ισχυρίζεται ο π. Νικόλαος, επειδή το άρθρο 120 του Ποινικού Κώδικα
της Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας (και όχι της
Ρωσικής Ομοσπονδίας) για τη διαφθορά ανηλίκων προέβλεπε ποινή φυλάκισης 3 ετών.
Έτσι, ο π. Νικόλαος αμφιβάλλει ότι κάποιος από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία θα
μπορούσε να συμμετάσχει στην εις επίσκοπον χειροτονία του Τσεκάλιν:
«Είναι αδύνατο να φαντασθούμε ότι στο διάστημα μεταξύ
αυτών των δύο γεγονότων ένας από τους πλέον σεβαστούς και με κύρος μητροπολίτες
της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας να χειροτονήσει κρυφά σε επίσκοπο ένα
καθηρημένο και με κακή φήμη διάκονο!»
Πρώτον, ο Τσεκάλιν πρώτα καταδικάστηκε και μετά καθαιρέθηκε ως διάκονος.
Δεύτερον, ο καθένας μπορεί να φαντάζεται ό,τι θέλει - η φαντασία επιτρέπεται. Αλλά
μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα αυτό που εκατομμύρια Ορθόδοξων Ουκρανών δεν
μπορούσαν να φανταστούν. Δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι μια γειτονική ορθόδοξη
χώρα θα πολεμούσε εναντίον τους και ότι οι ιερείς της θα ευλογούσαν αυτό το
έργο με την πλήρη σιωπή των Ουκρανών ιερέων (σ.σ.
του Πατριαρχείου Μόσχας). Αυτό ακριβώς δεν μπορούσαν να φανταστούν πολλοί.
Και η χειροτονία των ατόμων με κακή φήμη από την Εκκλησία (συγκεκριμένα, από τη
Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία) δεν είναι και τόσο σπάνια, κάτι το οποίο ο π.
Νικόλαος θα πρέπει να γνωρίζει περισσότερο από κάθε άλλον.
«Το εν λόγῳ δημοσίευμα κάνει λόγο ότι στην «εις Επίσκοπον χειροτονία» του Βικεντίου Τσεκάλιν το 1986 συμμετείχε κανονικός
Επίσκοπος της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας Ιωάννης Μποντναρτσούκ, ο οποίος
αργότερα προσχώρησε στο σχίσμα. Όμως αυτό ήταν αδύνατο, διότι το 1986 ο Ιωάννης ήταν κανονικός Επίσκοπος
Ζιτομίρ και Όβρουτς (Εξαρχία Ουκρανίας της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας) και δεν
επεδίωκε να αγωνισθεί υπέρ του Ουκρανικού αυτοκεφάλου. Η προσχώρησή του στο
σχίσμα το 1989 οφείλεται στην προσωπική σύγκρουση με τον τότε Κιέβου Φιλάρετο
Ντενισένκο».
Κατ’ αρχάς, ο Τσεκάλιν δεν χειροτονήθηκε στην Ουκρανική Αυτοκέφαλη
Εκκλησία. Κανείς δεν σχεδίαζε την Αυτοκεφαλία το 1986. Χειροτονήθηκε ως
επίσκοπος της Εκκλησίας των Κατακομβών. Υπάρχει μια χυδαία χειραγώγηση και μια
προσπάθεια να παρουσιαστούν ως γεγονότα ευσεβείς πόθοι. Επιπλέον, υπάρχουν
μνήμες που απαιτούν επαλήθευση ότι ο Μποντναρτσούκ αρχικά συμπαθούσε την
Εκκλησία των Κατακομβών.
«Ένα χρόνο αργότερα ο Τσεκάλιν προσχώρησε στην ουνία και
αυτοπαρουσιαζόταν στη Ρωσία ως «Πρωθιεράρχης της Ρωσικής Καθολικής Εκκλησίας». Μεταγενέστερα στην
Αυστραλία αυτοσυστήθηκε ως «κρυφός Επίσκοπος της Αγγλικανικής Εκκλησίας» και
«ψυχίατρος του μυστικού σχολείου του KGB». Στην Αυστραλία καταδικάσθηκε σε κάθειρξη για απάτη και πλαστογραφία. Τώρα
αποφυλακίσθηκε και συνταξιοδοτήθηκε για λόγους υγείας (ψυχική αναπηρία). Είναι προφανές ότι
δεν έχει νόημα να αναζητήσουμε το «Χειροτονητήριο Γράμμα» του στα «αρχεία του
KGB»: με την ίδια επιτυχία θα μπορούσαμε να το ζητήσουμε από τις αστυνομικές
αρχές της Αυστραλίας».
Η μεταγενέστερη μοίρα του Τσεκάλιν (και εδώ δεν έχουμε καμία πρόθεση να τον «ξεπλύνουμε») δεν έχει καμία
σχέση με το θέμα μας, αφού αυτό που έχει σημασία είναι η ιδιότητά του, με την οποία συμμετείχε στην
χειροτονία και στη μεταβίβαση της αποστολικής διαδοχής στο Βασίλειο Μποντναρτσούκ. Αυτό που έγινε μεταγενέστερα ο Τσεκάλιν δεν επηρεάζει
αυτήν την χειροτονία δεν ανακαλεί αναδρομικά τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Και
είμαστε περισσότερο από βέβαιοι ότι ο π. Νικόλαος το καταλαβαίνει πολύ καλά
αυτό, αλλά σκοπίμως μεταθέτει παραπλανητικά την προσοχή του αναγνώστη,
προκειμένου στη συνέχεια να δυσφημίσει όλη την Ιεραρχία της «Ουκρανικής
Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας», μέσω του μεταγενέστερου τρόπου ζωής ενός από
τους επισκόπους.
«Όσο δε αφορά ένα Βλαδίμηρο Αμπράμοφ, ο οποίος δήθεν
συμμετείχε και αυτός στη «χειροτονία» του Βικεντίου Τσεκάλιν, το μόνο που
γνωρίζουμε και είναι αξιόπιστες πληροφορίες: ο «μητροπολίτης» Γεννάδιος Σεκάτς,
ο οποίος «χειροτόνησε» τον Βλαδίμηρο ο ίδιος ήταν «χειροτονία» ενός διαβόητου
απατεώνα και τυχοδιώκτη Μ. Α. Ποζντέγιεφ, ο οποίος αυτοπαρουσιαζόταν ως ο
Αρχιεπίσκοπος Σμολένσκ και Ντοργκομπούζ Σεραφείμ Οστροούμοφ, ο οποίος
εκτελέσθηκε διά τουφεκισμού το 1937. Οι «χειροτονίες» του Σεκάτς δεν αναγνωρίζονται πουθενά στην Ορθοδοξία».
Ομολογούμε ότι αυτό είναι το αγαπημένο μας ιστορικό επεισόδιο. Αναφέροντας
τις «χειροτονίες του Σεκάτς», ο π.
Νικόλαος χωρίς να το καταλάβει άνοιξε το κουτί της Πανδώρας. Λοιπόν, ο εκπρόσωπος
του Πατριαρχείου της Μόσχας, ο οποίος ερευνά με σχολαστικότητα τη στειρότητα των
κανονικών διαδοχών, ας θυμηθεί το εξής: υπάρχει ένας τέτοιος απατεώνας και
τυχοδιώκτης - ο Χερουβείμ Ντεγκτιάρ.
Ο Χερουβείμ Ντεγκτιάρ είναι μία από τις «χειροτονίες
του Σεκάτς», οι οποίες, σύμφωνα με τον π. Νικόλαο, «δεν αναγνωρίζονται πουθενά στην Ορθοδοξία». Η βιογραφία του είναι
γεμάτη από διάφορες κανονικές -ή μάλλον αντικανονικές- περιπέτειες. Και
υπάρχουν αρκετές δημόσιες μαρτυρίες για αυτό. Εάν αυτό ενδιαφέρει το
αναγνωστικό κοινό της ιστοσελίδας «ΡΟΜΦΑΙΑ», μπορούμε να αναλύσουμε τη ζωή
αυτού του προσώπου...
Αυτό δεν τον εμποδίζει να συμμετέχει σε λειτουργίες τόσο στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία όσο και στην «Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία-Πατριαρχείο Μόσχας». Προφανώς, επειδή ο Χερουβείμ Ντεγκτιάρ είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με
τα ψευδή απομνημονεύματα του αρχιμανδρίτου Λαυρεντίου του Τσερνιγκώφ, στο οποίο
του έχει αποδοθεί μια φράση, την οποία αργότερα επανέλαβε δημοσίως ο Πατριάρχης
Μόσχας Κύριλλος: «Όπως είναι αδύνατον να
διαχωριστούν τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος -ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον
Πνεύμα- έτσι είναι αδύνατον να διαχωριστούν η Ρωσία, η Ουκρανία και η
Λευκορωσία». Προφανώς, αυτή είναι η αιτία για μια τόσο ξεδιάντροπη χρήση
διπλών προτύπων από τους εκπροσώπους του Πατριαρχείου Μόσχας. Τα δοκάρια στους
οφθαλμούς τους συνήθως δεν αλλοιώνουν την οπτική τους οξύτητα, αλλά την οξύτητα του
μυαλού τους.
Ο Ντεγκτιάρ συχνά επισκεπτόταν τον πρωθιερέα Γεννάδιο Μπελονόλοφ στο
κτιριακό συγκρότημα Λιουσίνσκι της Αγίας Πετρούπολης. Στη Μητρόπολη Τσερνιγκώφ
της «Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας-Πατριαρχείο Μόσχας» ήταν ιδιαιτέρως
ευπρόσδεκτος. Έτσι, η ηγεσία της «Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας-Πατριαρχείο
Μόσχας» δεν διέκρινε το παραμικρό εμπόδιο στο να έλθει σε ευχαριστιακή κοινωνία
με αυτή τη «χειροτονία του Σεκάτς».
Στη φωτογραφία αυτή, για παράδειγμα, ο Ντεγκτιάρ συμμετέχει σε Θεία
Λειτουργία στην Ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος στο Κίεβο.
Μεταξύ εκείνων που συμμετείχαν σε λειτουργίες με αυτόν τον απατεώνα, ο
οποίος δεν ήταν καν ιερέας, είναι ο Μητροπολίτης Τσερνιβτσί και Μπουκοβίνας Ονούφριος (ο σημερινός Προκαθήμενος της
«Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας-Πατριαρχείο Μόσχας»), ο Μητροπολίτης Οδησσού
Αγαθάγγελος, ο ηγούμενος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, Μητροπολίτης
Τσερνομπίλ Παύλος, ο παρακάτω εικονιζόμενος Μητροπολίτης Μπελοτσέρκοφ
Αυγουστίνος, ο Μητροπολίτης Ποτσάεφ Βλαδίμηρος, και άλλοι.
Και πάμε παρακάτω. Ο π. Νικόλαος προχωρεί στο θέμα της αξιοπιστίας των
αποδεικτικών στοιχείων της χειροτονίας του Βασιλείου Μποντναρτσούκ, που έγινε
με τη συμμετοχή των επισκόπων Βικέντιου Τσεκάλιν, Ιωάννου Μποντναρτσούκ και
Βαρλαάμ Ιλιουσένκο. Ο π. Νικόλαος έχει μεγάλες αμφιβολίες για την υπογραφή του
Βαρλαάμ Ιλιουσένκο στο χειροτονητήριο έγγραφο που δημοσιεύσαμε. Αλλά αυτές οι
αμφιβολίες εκφράζονται ως υποθέσεις στηριζόμενες στις προσωπικές απόψεις του π.
Νικολάου για την προσωπικότητα του επισκόπου Βαρλαάμ.
«Αργότερα όμως στο έντυπο προστέθηκε η υπογραφή «+
Варлаам» για να συμπληρωθεί Ελληνιστί με το «ἄξιος». Είναι ευρέως γνωστό
ότι ο Σεβασμιώτατος Βαρλαάμ καταγόταν από Ρωσικό χωριό της περιφέρειας Μπριάνσκ
της Ρωσίας και ήταν πρώην εργαζόμενος μεταλλουργείου, κάτοχος μόνον σχολικού
απολυτηρίου και πτυχιούχος της Ιερατικής Σχολής, χωρίς τις γνώσεις των
Ελληνικών, άνθρωπος ταπεινός και απλός στους τρόπους του. Επίσης γνωστό είναι ότι ο Επίσκοπος Ιωάννης Μποντναρτσούκ, ο οποίος
αποφοίτησε από τη Θεολογική Ακαδημία Λένινγκραντ και είχε τίτλο “candidatus
theologiae”, ἠρέσκετο να καμαρώνει για τις γνώσεις του ορισμένων Ελληνικών
λέξεων και διατυπώσεων, συχνά εκφωνώντας Ελληνιστί στις ακολουθίες και
χρησιμοποιώντας Ελληνικές λέξεις στην κοινωνία και την αλληλογραφία του. Η υπογραφή του
Αρχιεπισκόπου Βαρλαάμ στο κείμενο είναι πλαστή πέραν πάσης αμφιβολίας και
πιθανώς ανήκει στον ίδιο τον Ιωάννη Μποντναρτσούκ».
Ο π. Νικόλαος επίμονα επιχειρεί να παρουσιάσει τον επίσκοπο Βαρλαάμ περίπου
ως ένα «απλοϊκό» ημιαναλφάβητο, ανήμπορο να γράψει έστω και μια λέξη στα
ελληνικά. Αλλά ο επίσκοπος Βαρλαάμ δεν είχε καμία σχέση με αυτήν την εικόνα.
Από το 1953 εργάστηκε στο γραφείο του Εξάρχου της Ουκρανίας και από το 1969
έγινε ο γενικός διευθυντής των υποθέσεων της Ουκρανικής Εξαρχίας. Είναι δύσκολο
να φανταστεί κανείς ότι ο τότε Μητροπολίτης Κιέβου Φιλάρετος Ντενισένκο διόρισε
ως διευθυντή ολόκληρης της Εξαρχίας ένα τόσο «απλοϊκό» άνθρωπο, ο οποίος δεν
μπορούσε να γνωρίζει στοιχειώδεις ελληνικές λέξεις!
Σύμφωνα με την άποψη του π. Νικολάου, «είναι
ευρέως γνωστό» ότι ο επίσκοπος Βαρλαάμ είχε μόνο μια μέτρια παιδεία από το
σχολείο και την Ιερατική Σχολή (σ.σ. ως
«Ιερατική Σχολή» ο π. Νικόλαος εννοεί το γνωστό Θεολογικό Σεμινάριο -ή
Θεολογική Ακαδημία- του Κιέβου (!!!), στην οποία ο Βαρλαάμ Ιλιουσένκο φοίτησε
από το 1949 έως το 1953). Αλλά ακόμη και στην πιο μέτρια Ιερατική Σχολή οι
μαθητές σπουδάζουν την ελληνική γλώσσα, τουλάχιστον στο επίπεδο της ικανότητας
να διαβάζουν εκφώνως ένα ελληνικό κείμενο και να γράφουν κάποιες απλές φράσεις.
Ο π. Νικόλαος το γνωρίζει καλά, επειδή ο ίδιος αποφοίτησε από μια τέτοια «απλή»
και «μέτρια» Ιερατική Σχολή στο Ποτσάεφ, όπου οι μαθητές επίσης σπουδάζουν την
αρχαία ελληνική γλώσσα. Εδώ μπορεί να
δει κανείς την ελάχιστη ύλη για τις εξετάσεις στην ελληνική γλώσσα ενός
τεταρτοετούς σπουδαστή στην Ιερατική Σχολή του Ποτσάεφ. Και σύμφωνα με αυτόπτες
μάρτυρες, η Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου, που αναβίωσε το 1947 (σ.σ. είχε κλείσει μετά την επανάσταση του
1917), είχε ένα ισχυρό διδακτικό προσωπικό από την προεπαναστατική περίοδο
της λειτουργίας της.
Αλλά τα ιστορικά λάθη του π. Νικολάου δεν τελειώνουν εδώ. Ισχυρίζεται ότι ο
επίσκοπος Βαρλαάμ Ιλιουσένκο είχε εκπαιδευθεί μόνο (!) στο σχολείο και στην
Ιερατική Σχολή (σ.σ. δηλαδή το
προαναφερθέν Θεολογικό Σεμινάριο -ή Ακαδημία- του Κιέβου), αν και αυτό δεν
ισχύει. Είναι γνωστό πώς ο ίδιος ο π. Νικόλαος Ντανιλέβιτς αρέσκεται να λέει
ότι το 1970 ο Βαρλαάμ εισήχθη στο τμήμα εξ αποστάσεως εκπαιδεύσεως της
Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας. Έτσι, ο Βαρλαάμ δεν είχε μόνο παιδεία που
έλαβε από στο σχολείο και την Ιερατική Σχολή, αλλά και ακαδημαϊκή εκπαίδευση.
Αλλά το ζήτημα δεν τελειώνει εδώ. Ο Βαρλαάμ ήταν ο συγγραφέας 5
δημοσιεύσεων στην επίσημη εφημερίδα του Πατριαρχείου Μόσχας και αυτό επίσης
υποδηλώνει ότι δεν ήταν ένας «απλοϊκός» χωρικός, αλλά μάλλον ένας μορφωμένος
άνθρωπος. Ένα από τα κείμενά του περιγράφει το προσκύνημα στο Άγιο Όρος, το
οποίο σημαίνει ότι ήταν εξοικειωμένος με την ελληνική γλώσσα, τουλάχιστον σε
κάποιο πρωταρχικό στάδιο, ώστε να μπορεί να διαβάζει τις επιγραφές στις
πινακίδες των Μοναστηριών.
Εξάλλου, ο Βαρλαάμ ήταν επίσκοπος, το οποίο σημαίνει ότι ο ίδιος είχε
χειροτονηθεί τρεις φορές (διάκονος, πρεσβύτερος επίσκοπος), και ως επίσκοπος ο
ίδιος μπορούσε να χειροτονεί άλλους. Κατά τη χειροτονία η λέξη «ἄξιος»
ανακηρύσσεται πολλές φορές. Επομένως, ο επίσκοπος Βαρλαάμ ήταν αδύνατον να μη
γνωρίζει αυτή τη λέξη.
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι ο π. Νικόλαος Ντανιλέβιτς, προσπαθώντας να μας
δυσφημίσει, άθελά του δυσφήμισε το σεβάσμιο επίσκοπο της Ρωσικής Ορθόδοξης
Εκκλησίας Βαρλαάμ Ιλιουσένκο, ο οποίος υποτίθεται ότι δεν μπορούσε να γράψει
ούτε μια λέξη. Διορθώνουμε αυτό το σημείο, ώστε αργότερα να υπάρχει κάτι να πει
κανείς όταν οι επόμενοι «Ντανιλέβιτς» θα αρχίσουν να μιλάνε για την ενημερωτική
εκστρατεία εναντίον του Πατριαρχείου Μόσχας.
«Ο Αρχιεπίσκοπος Βαρλαάμ ήταν γόνος της περιφέρειας
Μπριάνσκ, Ρωσικής καταγωγής, ο οποίος ουδέποτε συμπαθούσε το αυτοκέφαλο. Ήταν
μάλιστα ένας από τα μέλη της Ιεράς Συνόδου της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας οι
οποίοι καθαίρεσαν τον Ιωάννη Μποντναρτσούκ στις 14 Νοεμβρίου 1989».
Πρόκειται για ένα επαίσχυντο ψέμα. Πρώτον, ο επίσκοπος Βαρλαάμ δεν ήταν
Ρώσος, αλλά Ουκρανός ως προς την εθνικότητα. Αυτό φαίνεται καθαρά από το
επώνυμό του: Ιλιουσένκο. Αυτό
είναι ένα κοινό Ουκρανικό επώνυμο. Δεύτερον, ο ισχυρισμός ότι ο Βαρλαάμ
καταγόταν από ένα ρωσικό χωριό είναι ψευδής. Ο Βαρλαάμ γεννήθηκε στο χωριό
Προύσκα, που βρίσκεται στην ιστορική περιοχή της Σταροντουμπτσίνα
(σ.σ. στα ουκρανικά σημαίνει «αρχαία
γη» και είναι η βορειότερη από τις ιστορικές ουκρανικές περιοχές, σήμερα όμως
βρίσκεται στην επικράτεια της Ρωσίας), στην οποία ζούσαν Ουκρανοί ως προς
την εθνικότητα. Με τη Συνθήκη Ειρήνης του Μπρεστ το 1918 αυτή η περιοχή
αναγνωρίστηκε ως μέρος της επικράτειας της Ουκρανικής
Λαϊκής Δημοκρατίας και μόνο το 1926 αυτές οι περιοχές ενσωματώθηκαν στη Ρωσική
Σοβιετική Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία. Τρίτον, ο επίσκοπος Βαρλαάμ
συμπαθούσε το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι
μοιραζόταν την άποψη πως η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία θα έπρεπε να λάβει
καθεστώς Αυτονόμου Εκκλησίας (περισσότερες λεπτομέρειες βλ. στο Скорик Т.Б., «Ο Πατριάρχης Φιλάρετος
στην πρόσφατη ιστορία της Ουκρανικής Ορθοδοξίας»). Τέταρτον, η θέση για τη
συμμετοχή του Βαρλαάμ στην καταδίκη του Ιωάννου Μποντναρτσούκ δεν αποτελεί
επιχείρημα κατά της ενδεχόμενης κοινής τους συμμετοχής σε χειροτονίες μεταγενέστερα.
Η ιστορία της Εκκλησίας της δεκαετίας του 1990 δείχνει πόσο δυναμικά η θέση ενός
επισκόπου μπορεί να αλλάξει κατά 180 μοίρες. Για παράδειγμα οι επίσκοποι
Ονούφριος Μπερεζόφσκι (σ.σ. ο σημερινός
Προκαθήμενος της «Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας-Πατριαρχείο Μόσχας»),
Σέργιος Γκενσίτσκι και Αλύπιος Πογκρεμνιάκ υπέγραψαν την απόφαση της Τοπικής
Συνόδου της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που συνήλθε από 1 έως 3 Νοεμβρίου 1991,
με το αίτημα για Αυτοκεφαλία. Αλλά μετά από δυόμισι μήνες, στις 22 Ιανουαρίου
1992, η γνώμη τους αντιστράφηκε και απέσυραν τις υπογραφές τους. Έτσι, η
συμμετοχή του Βαρλαάμ στη συνεδρίαση της Συνόδου της Ρωσικής Ορθοδόξου
Εκκλησίας (η οποία ωστόσο μένει να επιβεβαιωθεί), κατά την οποία καταδικάστηκε
ο Μητροπολίτης Ιωάννης Μποντναρτσούκ, δεν σημαίνει ότι μεταγενέστερα δεν
συμπαθούσε το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο. Εξάλλου, όπως είναι γνωστό, τα πρακτικά της
Ιεράς Συνόδου της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας υπογράφονται από όλα τα μέλη της,
ακόμη και από εκείνα που δεν συμφωνούν με καμία απόφαση. Πέμπτον, ο παράγοντας
εθνικότητα δεν καθορίζει αυτόματα τη στάση ενός προσώπου έναντι της Ουκρανικής
Αυτοκεφαλίας. Πάρτε, για παράδειγμα, τον ιερέα Σέργιο Ντμίτριεφ από τη Χερσώνα.
Αυτός είναι Ρώσος ως προς την εθνικότητα, όμως το 2014 ήταν από τους πρώτους
που εγκατέλειψαν το Πατριαρχείο Μόσχας και προσχώρησαν στο «Πατριαρχείο
Κιέβου». Και πάρτε, για παράδειγμα, τον π. Νικόλαο Ντανιλέβιτς, που είναι
Ουκρανός στην εθνικότητα, αλλά με κάθε μέσο, θεμιτό ή αθέμιτο (το δεύτερο
συχνότερα...), αντιτίθεται στην Αυτοκεφαλία.
Αυτή η αναφορά του πρωθιερέως Νικολάου Ντανιλέβιτς αποτελεί μια έξοχη
απεικόνιση του πώς η «Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία-Πατριαρχείο Μόσχας»
αντιμετωπίζει τους Ουκρανούς. Δεν θεωρούν ότι είναι ένα ξεχωριστό έθνος, αλλά
θεωρούν ότι είναι ένα μέρος του μεγάλου Ρωσικού Λαού. Αυτός είναι ο λόγος που ο
επίσκοπος Βαρλαάμ αποκαλείται «Ρώσος». Και ναι, αυτή είναι ακριβώς η Εκκλησία
που κατηγορηματικά αρνείται να μετονομαστεί σε «Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στην
Ουκρανία», με το πρόσχημα ότι δήθεν είναι η «Ουκρανική Εκκλησία». Τέλος, αυτό
μπορεί να θεωρηθεί ως εθνοφυλετισμός («Οι Ρώσοι είναι για τη Ρωσική Εκκλησία»).
Τέλος του πρώτου μέρους.
Συνεχίζεται...
Πηγή: cerkvarium.org