Στο ερώτημα σχετικά με την μνημόνευση του Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφανίου απαντά με άρθρο του στο ageliaforos.com ο κ. Αναστάσιος Βαβούσκος, Δικηγόρος, Δρ. του Εκκλησιαστικού Δικαίου της Νομικής Σχολής ΑΠΘ.
Όπως είναι λίγο πολύ γνωστό πλέον, από
τον Ιανουάριο του 2019 η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει στους κόλπους της και την 15η
στη σειρά Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας, με Προκαθήμενο αυτής τον
Μητροπολίτη Κιέβου Επιφάνιο.
Αν και η ανακήρυξη αυτοκεφάλου
καθεστώτος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν υπόκειται στην έγκριση των
υπολοίπων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, παρά ταύτα ελάχιστες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες
αναγνώρισαν τον Προκαθήμενο της νέας Εκκλησίας. Η αναγνώριση αυτή υλοποιήθηκε
διά της μνημονεύσεως από τους οικείους Προκαθημένους του ονόματος αυτού κατά
την άσκηση των λειτουργικών τους καθηκόντων. Και τούτο, διότι όσων Εκκλησιών οι
Προκαθήμενοι δεν προέβησαν σε μνημόνευση του ονόματος του νέου Προκαθημένου,
έχουν την εσφαλμένη εντύπωση, ότι με την στάση τους δεν δεσμεύουν εαυτούς ως
προς την ισχύ και λειτουργία του νέου αυτοκεφάλου καθεστώτος.
Τονίζω, λοιπόν, ότι η διά της
μνημονεύσεως του ονόματος του νέου Προκαθημένου αναγνώριση αυτού είναι μια
τυπική και συμβολική ενέργεια, η οποία επιβεβαιώνει «τύποις» την
συντελεσθείσα παραχώρηση του νέου αυτοκεφάλου καθεστώτος και δεν συνιστά σε
καμία περίπτωση αναγκαία προϋπόθεση, για να τεθεί σε ισχύ ο εκδοθείς σχετικός
Πατριαρχικός και Συνοδικός Τόμος και κατ’ επέκτασιν και το νέο αυτοκέφαλο
καθεστώς, που δι΄ αυτού δημιουργήθηκε. Αυτό, περαιτέρω, σημαίνει, ότι δεν
χρειάζεται και κάποιας μορφή συνοδική απόφαση, η οποία να εξουσιοδοτεί τον
Προκαθήμενο ή τον Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου μιας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας να
μνημονεύσει ή να αποφασίσει αν θα μνημονεύσει το όνομα του νέου
Προκαθημένου. Η μνημόνευση αυτή είναι μονομερής ενέργεια εκάστου
Προκαθημένου ή Προέδρου Ιεράς Συνόδου Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, η οποία εντάσσεται
στους κανόνες της φιλοφρονήσεως και δεν επιφέρει νομοκανονικά αποτελέσματα ούτε
η ενέργεια αυτής ούτε όμως και η παράλειψή της.
Όπως έχουν διαμορφωθεί οι συνθήκες, το
μόνο καταρχήν ενδεχόμενο που φαίνεται πιθανό, είναι η μνημόνευση εν ευθέτω
χρόνω του ονόματος του Μητροπολίτη Κιέβου και από τους υπολοίπους
Προκαθημένους, είτε συλλήβδην είτε σταδιακώς. Εκτός αν προκύψει και το
απίθανο σενάριο, ο επόμενος Προκαθήμενος π.χ. της Εκκλησίας της Κύπρου, η οποία
ανήκει στις Εκκλησίες που έχουν ήδη «αναγνωρίσει» διά της μνημονεύσεως τον νέο
Προκαθήμενο, να έχει διαφορετική άποψη και να διακόψει την μνημόνευση του
Μητροπολίτη Κιέβου. Είναι αυτό εφικτό; Και αν ναι, τι συνέπειες επιφέρει;
Καταρχήν, η
διακοπή μνημονεύσεως συνιστά την πλέον σαφή μορφή ανυπακοής και προβλέπεται
μόνο έναντι του οικείου Επισκόπου (13ος της Πρωτοδευτέρας), του οικείου
Μητροπολίτη (14ος της Πρωτοδευτέρας) ή του οικείου Πατριάρχη (15ος της
Πρωτοδευτέρας), αντιστοίχως.
Η ανυπακοή αυτή
δύναται να είναι είτε αντικανονική είτε κανονική.
Στην περίπτωση της αντικανονικής αυτής
μορφής ανυπακοής, δηλαδή με άλλες λέξεις του Σχίσματος, απαραίτητη προϋπόθεση
είναι η ύπαρξη σχέσεως υπαγωγής και εξαρτήσεως μέσω της κανονικής δικαιοδοσίας
μεταξύ του κληρικού ή μοναχού, που εκφράζει την ανυπακοή του και του Επισκόπου,
Μητροπολίτη ή Πατριάρχη, που είναι ο αποδέκτης της ανυπακοής.
Από τα παραπάνω προκύπτει, ότι η μορφή
ανυπακοής, που εκδηλώνεται ως άρνηση μνημονεύσεως ενός Προκαθημένου από άλλον
Προκαθήμενο, δεν εμπίπτει κατά το γράμμα των κανονικών διατάξεων στο πλαίσιο
εφαρμογής μίας εξ αυτών και δεν επιφέρει ούτε δημιουργεί Σχίσμα. Η
δικαιολογητική βάση αυτού έγκειται στο γεγονός της ελλείψεως σχέσεως υπαγωγής
και κανονικής εξαρτήσεως μεταξύ των Προκαθημένων των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, οι
οποίοι είναι μεταξύ τους «ομοταγείς», δηλαδή ευρίσκονται στο ίδιο επίπεδο
βαθμού ιεροσύνης και διοικητικών καθηκόντων.
Όμως, κάθε Προκαθήμενος ή Πρόεδρος
Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας έχει την υποχρέωση να μνημονεύει κατά την
άσκηση των λειτουργικών καθηκόντων του τους ομοίους του Προκαθημένους ή
Προέδρους των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών. Συνεπώς, οι ως άνω κανόνες θα
ισχύσουν και θα εφαρμοσθούν αναλογικώς, πράγμα που σημαίνει, ότι θα ισχύσουν
αναλογικώς στην περίπτωση αυτή και οι διακρίσεις των ως άνω κανόνων για την
αντικανονική και κανονική μνημόνευση και κατά συνέπεια την αντικανονική ή
κανονική ανυπακοή.
Ας εξετάσουμε, λοιπόν, την πιθανή
περίπτωση που ένας διάδοχος εκ των νυν Προκαθημένων ή Προέδρων Ιεράς Συνόδου
των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, που μνημονεύουν τον Μητροπολίτη Κιέβου,
αποφασίσει, ότι δεν πρέπει στο εξής να μνημονεύει τον Μητροπολίτη Κιέβου.
Η απόφαση, δε αυτή, επαναλαμβάνω θα είναι μονομερής δήλωση βουλήσεως εκ μέρους
του νέου Προκαθημένου, μη απαιτουμένης συνοδικής αποφάσεως περί αυτού.
Για να είναι κανονική αυτή η μορφή
ανυπακοής, δηλαδή η άρνηση μνημονεύσεως του Μητροπολίτη Κιέβου, θα πρέπει η
ανυπακοή αυτή να βρίσκει έρεισμα:
α) σε απόφαση (βλ. σχετ. τον όρο
«κατάκρισις», που χρησιμοποιείται στους 13ο και 15ο, και τον όρο «διάγνωσις»
στον 14ο κανόνα),
β) που εξέδωσε σύνοδος (βλ. τον όρο
«συνοδική», που χρησιμοποιείται και στους τρεις κανόνες) και
γ) που δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα,
δηλαδή α’ και β’ έκκλητο (βλ. τον όρο «τελεία», που χρησιμοποιείται στους
13ο και 15ο κανόνες).
Θα πρέπει δηλαδή, ο μη μνημονευόμενος
Μητροπολίτης Κιέβου Επιφάνιος να έχει καταδικασθεί από το αρμόδιο συνοδικό
δικαστήριο για κάποιο κανονικό παράπτωμα και να έχουν απορριφθεί και τα δύο
έκκλητα (α’ και β’) , που πιθανόν άσκησε.
Αν παρά ταύτα, η άρνηση μνημονεύσεως δεν
εδράζεται στις παραπάνω προϋποθέσεις, αλλά συνιστά αυτόβουλη απόφαση του νέου
Προκαθημένου ή Προέδρου Ιεράς Συνόδου κάποιας από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες που
είχε ήδη αναγνωρίσει διά της μνημονεύσεως τον Μητροπολίτη Κιέβου, τότε σ’
αυτήν την περίπτωση θα πρέπει ο νέος αυτός Προκαθήμενος ή Πρόεδρος Ιεράς
Συνόδου – εκτός του Μητροπολίτη Κιέβου – να διακόψει και την μνημόνευση του
ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχη. Και τούτο, διότι, αφού η διακοπή μνημονεύσεως
του Μητροπολίτη Κιέβου οφείλεται στην αυτόβουλη κρίση αυτού που διακόπτει την
μνημόνευση, ότι ο Μητροπολίτης Κιέβου είναι «αντικανονικός», τότε για την
ταυτότητα του νομοκανονικού λόγου, θα πρέπει να διακόψει κατ’ αναπόδραστο τρόπο
και την μνημόνευση του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχη, ο οποίος είναι και
ο αυτουργός της «αντικανονικότητας» του Μητροπολίτη Κιέβου. Μετά όμως και από
αυτή την διακοπή μνημονεύσεως, θα πρέπει να επακολουθήσει αναγκαστικώς και η
διακοπή της μνημονεύσεως των Προκαθημένων, που συνεχίζουν να μνημονεύουν τον
Μητροπολίτη Κιέβου.
Το ζήτημα, όμως,
δεν λήγει εδώ, διότι η επιλογή – έστω και αυτόβουλη – της προασπίσεως από έναν
νέο Προκαθήμενο ή Πρόεδρο Ιεράς Συνόδου της «κανονικότητας», θα φέρει στην
επιφάνεια και ένα άλλο ζήτημα, αυτό της συναθροίσεως στο Αμμάν της Ιορδανίας. Στη συνάθροιση αυτήν η συντριπτική πλειοψηφία των Αυτοκεφάλων
Ορθοδόξων Εκκλησιών, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και όλες οι
Εκκλησίες, στις οποίες μνημονεύεται ο Μητροπολίτης Κιέβου, δεν συμμετείχε, διότι
θεώρησε αυτήν αντικανονική. Συνεπώς, αν ένας νέος Προκαθήμενος ή Πρόεδρος Ιεράς
Συνόδου επιλέξει, με κριτήριο την αντικανονικότητα, την διακοπή της
μνημονεύσεως του Μητροπολίτη Κιέβου και όσων τον μνημονεύουν, θα πρέπει – για
να μην φανεί ανακόλουθος ως προς το κριτήριο που επέλεξε για την απόφασή του
αυτή – να διακόψει και την μνημόνευση όσων Προκαθημένων ή Προέδρων Ιεράς
Συνόδου συμμετείχαν στην αντικανονική αυτή συνάθροιση. Το αποτέλεσμα; Η διακοπή
της μνημονεύσεως, μεταξύ άλλων, και του Πατριάρχη Μόσχας. Και έτσι φθάνουμε στο
άτοπο, ο νέος φερ’ ειπείν Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (ξεκαθαρίζω ότι η αναφορά στον
Μακαριώτατο είναι τυχαία και δεν υποκρύπτει κάποιο υπονοούμενο περί αποχωρήσεώς
του ή παραιτήσεώς του), επικαλούμενος την «αντικανονικότητα», να μην
μνημονεύει (αδικαιολογήτως όμως) από την μία πλευρά τον κανονικό Μητροπολίτη
Κιέβου και όσους τον μνημονεύουν, συντασσόμενος με τον Πατριάρχη Μόσχας και με
όσους δεν τον μνημονεύουν, και από την άλλη πλευρά να πρέπει να μην μνημονεύει
όσους συμμετείχαν στην αντικανονική συνάθροιση του Αμμάν, δηλαδή και τον
Πατριάρχη Μόσχας, και να μνημονεύει όσους δεν συμμετείχαν σ’ αυτήν, στους
οποίους όμως περιλαμβάνονται και αυτοί που δεν μνημονεύει, διότι αναγνώρισαν
και μνημονεύουν ορθώς και κανονικώς τον Μητροπολίτη Κιέβου.
Νομίζω, ότι είναι ξεκάθαρο, πόσο σύνθετη
θα είναι η κατάσταση, η οποία θα δημιουργηθεί στο ενδεχόμενο κάποιος εκ των
διαδόχων Προκαθημένων ή Προέδρων Ιεράς Συνόδου, που αναγνώρισε και μνημονεύει
τον Μητροπολίτη Κιέβου, να αποφασίσει ότι μπορεί να μεταβάλει την επίσημη θέση
του προκατόχου του και να διακόψει την κανονική μνημόνευση του Μητροπολίτη
Κιέβου.
Άλλωστε, ας μην λησμονούμε, ότι η άρνηση
μνημονεύσεως του νέου Μητροπολίτη Κιέβου από τους ομοταγείς του, από την στιγμή
που δεν στοιχειοθετεί Σχίσμα, στοιχειοθετεί το κανονικό παράπτωμα της ανυπακοής
σε συνοδική απόφαση (6ος κανόνας Γ΄ Οικουμενικής συνόδου), ήτοι στην απόφαση
του Οικουμενικού Πατριαρχείου περί αυτοκεφάλου της Ουκρανικής Εκκλησίας, βάσει
της οποίας εκδόθηκε ο σχετικός Πατριαρχικός και Συνοδικός Τόμος. Και να
σημειωθεί, ότι η απόφαση αυτή εδράζεται στην άσκηση εκ μέρους του
Οικουμενικού Πατριαρχείου της αποκλειστικής αρμοδιότητάς του να παραχωρεί
αυτοκέφαλο καθεστώς, η αποδοχή της οποίας δεν εναπόκειται στην διακριτική
ευχέρεια των υπολοίπων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.
Δρ. Αναστάσιος
Βαβούσκος
Δικηγόρος
Άρχων Ασηκρήτης
του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Πηγή: Αγγελιαφόρος