Ίσως η Μόσχα να χρειάζεται περισσότερο τους ιεραποστόλους από την Αφρική


 

Η «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΔΙΚΗΣΗ» ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕΙ ΕΝΑ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΚΕΝΟ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

 

Γράφει ο Ανδρέας Λουδάρος 

Κάθε τοπική Εκκλησία έχει τη δική της ιστορία, την δική της πορεία στο ταξίδι της ανθρωπότητας ανά τους αιώνες, τις δικές της ιδιαιτερότητες και τον δικό της τρόπο, αφού κάθε τόπος έχει τη δική του ταυτότητα. Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας δεν θα μπορούσε φυσικά να ξεχωρίζει. Φορέας μιας απίστευτης ιστορίας που δίνει στον Προκαθήμενο του τον τίτλο του Πάπα και Πατριάρχη, έχει να επιδείξει πλούσιο και θαυμαστό βιογραφικό ένα μικρό δείγμα του οποίου ακούγεται συμπυκνωμένο κάθε φορά που λειτουργεί ο εκάστοτε Πάπας Αλεξανδρείας όταν ακούγεται η φήμη του.

Η Αλεξάνδρεια δεν είναι τυχαία Εκκλησία. Κι ο θρόνος της, ο δεύτερος μετά αυτόν του Οικουμενικού Πατριάρχη ανάμεσα σε αυτούς των Ορθοδόξων, αποτελεί μια από τις δυσκολότερες καθέδρες παγκοσμίως.

Παρά την ιστορική της «χλιδή» και τον χρυσό που «ρέει» άφθονος στις σελίδες της ιστορίας της, η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας είναι η πιο ταπεινή Εκκλησία. Γιατί μόλις απομακρυνθείς λίγο από την Αίγυπτο και πας σε περιοχές  όπως η Αιθιοπία, η Γκάνα, το Μαλάουι, η Γουινέα, εκεί δηλαδή όπου χτυπά στην πραγματικότητα η καρδιά αυτής της Εκκλησίας, δεν θα βρεις ούτε εντυπωσιακούς καθεδρικούς ναούς, ούτε μεγάλα μέγαρα, ούτε κληρικούς σαν αυτούς που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε οι στην Δύση απολαμβάνοντες την όμορφη ζωή μας.

Θα βρούμε πόνο, πείνα, δυστυχία, θάνατο καθημερινό συνοδοιπόρο της ζωής των ανθρώπων αυτών που δοξάζουν τον Θεό άλλοτε υπαίθρια κι άλλοτε όπου έχουν την δυνατότητα κάτω από χορταρένιες στέγες, μέσα σε μικρές καλύβες ή σε πλίνθινα κατασκευάσματα που οι περισσότεροι από εμάς έχουμε δει μόνο σε ντοκιμαντέρ του National Geographic.

Εκεί όμως είναι και η πηγή του «χρυσού» που σας είπα πως ρέει άφθονος ανάμεσα στις σελίδες της ιστορίας αυτού του Πατριαρχείου.

Άνθρωποι απλοί, αυθεντικοί και γνήσιοι που κάθε μέρα δοκιμάζονται περισσότερο απ’ όσο οι περισσότεροι από εμάς σε ολόκληρη τη ζωή μας, στρέφονται με τον δικό τους τρόπο στον Θεό, που τους γνωρίζουν οι Ιεραπόστολοι όλων των βαθμίδων από τον Πατριάρχη Θεόδωρο μέχρι τον τελευταίο κατηχητή που επιλέγει να δοκιμάσει -για όσο αντέξει- να ζήσει ανάμεσα στους χριστιανούς της «ηπείρου του μέλλοντος» όπως την αποκαλούν, αλλά με το πολύ σκληρό παρόν.

Όλη αυτή η «περιπέτεια» υφίσταται γιατί κάποιοι άλλοι, φτωχοί επίσης στην πλειονότητα τους, στηρίζουν με το υστέρημα τους κάθε όραμα ίδρυσης μιας νέας κοινότητας, μιας νέας εκκλησιάς, ενός σχολείου, ενός νοσοκομείου ή και κάτι ακόμη πιο «ξεχασμένου» για εμάς, το σκάψιμο μιας γεώτρησης για να έχει η κοινότητα  έστω λίγο πόσιμο (ο Θεός να το κάνει) νερό.

Αυτή λοιπόν η Εκκλησία, η Εκκλησία των Ιεραποστόλων, μπορεί να αντλεί την αρχαία λάμψη της από τις μεγάλες μορφές και τα κατορθώματα του παρελθόντος, αλλά το λάδι που εξακολουθεί να φωτίζει τον λαμπερό της φάρο σήμερα, προέρχεται από την αγάπη και το υστέρημα αμέτρητων ανθρώπων ανά την υφήλιο που ο καθένας με τον τρόπο και τις δυνάμεις του, σπεύδει να δυναμώσει την φλόγα της πίστης στον τόπο που αδικούμε όλοι μας καθημερινά.

Σ’ αυτήν λοιπόν την Εκκλησία, των φτωχών, των εξαθλιωμένων και των ξεχασμένων, η πανίσχυρη Εκκλησία της Μόσχας, αποφάσισε να κάνει επίδειξη δύναμης.

Αδιαφορώντας προκλητικά για το έργο που συντελείται απ’ άκρη σ’ ακρη αυτής της Ηπείρου, «πάνοπλη» και αποφασισμένη, εισβάλλει με θράσος που ο κόσμος έχει να δίνει από τις σκοτεινές μέρες που γέννησαν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στις πλίνθινες Εκκλησίες του Αλεξανδρείας, για να «διδάξει» την έννοια της… γνήσιας ορθόδοξης εκδίκησης.

Δεν αρκείται σε μια διακοπή κοινωνίας ή στις συνήθειες πρακτικές των Εκκλησιών για αυτές τις περιπτώσεις αλλά προχωρά ακόμη πιο πολύ. Σαν τους πλούσιους κυνηγούς που πληρώνουν όσο όσο για να ζήσουν δράση στα σαφάρι… θέλει να δει αίμα.

Προσπαθεί να διαλύσει τη δομή του αρχαίου αυτού Πατριαρχείου, να υφαρπάξει υπογραφές και συνειδήσεις κληρικών και πιστών, στήνοντας ένα δικό της εκκλησιαστικό προτεκτοράτο, επειδή -όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στον «όρκο πίστης μέχρι θανάτου» που καλούνται να υπογράψουν οι νέοι ακόλουθοι- αποφάσισε να σώσει τις ψυχές τους.

Εδώ λοιπόν δεν μιλάμε απλά για μια «εισπήδηση» ή μια «απλή» καταπάτηση των ιερών κανόνων της Εκκλησίας αλλά για μια πρωτοφανή εγκληματική ενέργεια. Για ένα έγκλημα κατά της πίστης, της ενότητας της πίστης αλλά κατά κάθε ενός χριστιανού ξεχωριστά που βρίσκεται αντιμέτωπος με μια πραγματικότητα διαφορετική από αυτήν που του έμαθαν στην Εκκλησία.

Ο τρόπος που η Εκκλησία της Ρωσίας χτυπά την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας για την άρνηση της να «πειθαρχήσει» ίσως μας αποκαλύπτει και όλα όσα πέρασαν τους τελευταίους αιώνες οι ορθόδοξοι της Ουκρανίας που μονότονα εκλιπαρούσαν για την εκκλησιαστική αυτονόμηση τους. Αν η Μόσχα χτυπά με τέτοια σφοδρότητα την παλάιφατη Αλεξάνδρεια, δεν τολμώ να φανταστώ τι θα έκανε στο άγνωστο στους πολλούς Κίεβο όταν κανείς μας δεν ασχολούταν μαζί του. Και μιλώ εκκλησιαστικά, γιατί πολιτικά πάνω κάτω όλα μαθαίνονται.

Το βέβαιο είναι, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, πως η Εκκλησία της Ρωσίας έχει αποφασίσει να μην μας αφήσει να πλήξουμε και πολύ φοβάμαι πως η λύση θα αργήσει να φανεί στον ορίζοντα, γιατί όπως προκύπτει, τελικά ανάγκη για ιεραποστόλους δεν έχει μόνο η Αφρική αλλά και η ηγεσία της Εκκλησίας της Ρωσίας. Ίσως το πρόβλημα λυθεί αν στείλουμε ξανά έναν Κύριλλο κι έναν Μεθόδιο  προς τον Βορρά για να υπενθυμίσουν στην ηγεσία της Εκκλησίας της Ρωσίας όλα εκείνα που με τις πράξεις τους δείχνουν πως έχουν ξεχάσει.

 

 

Ο Ανδρέας Λουδάρος έχει σπουδάσει δημοσιογραφία στην Αθήνα. Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ.

Εργάζεται ως εκκλησιαστικός συντάκτης από το 1999.

 

Πηγή: orthodoxia.info