Η άγνοια δημιουργεί πολλά προβλήματα, ή μάλλον όλα τα προβλήματα. Η άγνοια συνδυαζόμενη με την ημιμάθεια είναι ό,τι χειρότερο. Διαβρώνει, αλλοτριώνει, νοθεύει. Και αν σε πολλά πράγματα μπορούμε να ανεχθούμε το «λίγο από όλα» ή το «περίπου», αυτό δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό στα ζητήματα της Ορθόδοξης Πίστης μας και της Λατρείας της Εκκλησίας μας, η οποία δεν είναι «θεατρική», αλλά Λογική, λατρεία του Λόγου του Θεού, λατρεία του μοναδικού Αληθινού Θεού.
Και μια αναγκαία εξαρχής διευκρίνιση: Όταν μιλάμε για "επιτάφιο" εννοούμε το σώμα της Παναγίας σκέτο κατά μίμηση του επιταφίου του Χριστού. Δεν εννοούμε το να τοποθετήσομε την κανονική Εικόνα της Κοιμήσεως σε ανθοστόλιστο κουβούκλιο και να την λιτανεύσομε. Αυτό είναι μέσα στην Παράδοσή μας, όπως άλλωστε και για εικόνες άλλων Αγίων στις Εορτές τους. Το πρόβλημα είναι η οθνεία εισβολή και "καθιέρωση" επιταφίων, όπως αυτός που παραθέτω στην πιο πάνω εικόνα, που εξοβελίζουν την εικόνα της Κοιμήσεως, η οποία, έχει πέραν της Θεοτόκου και το Πρόσωπο του Χριστού, το Οποίο δεν μπορεί να απουσιάζει! Ό,τι είναι η Παναγία είναι επειδή είναι Μητέρα του Θεανθρώπου, Θεοτόκος. Και αυτό αποδίδεται άρτια δογματικά και θεολογικά στην κανονική Εικόνα της Κοιμήσεως, αυτήν την οποία η Εκκλησία μας έχει καθιερώσει εδώ και αιώνες.
Καλό όμως είναι να ανατρέξομε στις πηγές της Παράδοσής μας. Δεν είμαστε Προτεστάντες, όπου ο καθένας κάνει ό,τι του κατέβει και νομίζει ότι έτσι ευαρεστεί τον Θεόν. Έχομε Εκκλησία, έχομε Παράδοση, έχομε Πατέρες, έχομε Τυπικό. Και αυτό το έρμο το Τυπικό δεν έγινε για να μας υποδουλώσει, αλλά για να διαφυλάξει την Ορθόδοξη Δογματική και Θεολογία μας από τις αλλότριες επιρροές... Για να μας κρατά στην ταπείνωση και στην υπακοή προς την Εκκλησία, για να βγάλει από τη Λατρεία του Θεού το πιο ζοφερό και θεομίσητο στοιχείο: το ίδιον θέλημά μας, τον εγωκεντρισμό μας.
Δεν είναι τυχαίο ότι το κακόζηλο και ξένο προς την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία μας φαινόμενο των «επιταφίων» και «εγκωμίων» της Παναγίας ξεκίνησε στα μέσα του 19ου αιώνα από νησιά των Κυκλάδων, όπου η παρουσία και επιρροή των ρωμαιοκαθολικών στοιχείων ήταν και παραμένει έντονη, λόγω ιστορικών συγκυριών. Και είναι ένα ακόμη αρνητικό απότοκο της γνωστής αιρετικής «Μαριολατρείας» των ρωμαιοκαθολικών.
Αν νομίζομε, αδελφοί, ότι έτσι τιμούμε την Παναγία, αν νομίζομε ότι αυτό θέλει η Κυρία Θεοτόκος, τότε πλανώμαστε. Η Παναγία μας έλαμψε διά της αφάτου Ταπεινώσεώς Της, κρυπτόμενη και εργαζόμενη τας Εντολάς του Θεού μακριά από την «δημοσιότητα» της εποχής Της. Η ευαρέσκειά Της είναι να λατρεύομε αληθινά και μοναδικά ως Θεόν, τον Υιόν Της, όχι την ίδια. Την ίδια Την τιμούμε, Την αγαπούμε, Την ικετεύομε ως Μεσίτρια προς τον Υιόν και Θεόν Της και Θεόν μας, όχι ως «θεά» του αρχαιοελληνικού παγανιστικού πανθέου...
Ας τα προσέχομε αυτά, γιατί σε κάποιους μπορεί να φαντάζουν μικρές «παρατυπίες», πίσω τους όμως κρύβουν ολέθριες αποκλίσεις από το Ορθόδοξο Δόγμα και Βίωμα.
Για μια πληρέστερη ενημέρωση όσων το επιθυμούν, παραθέτω και το υπέροχο σχετικό κείμενο του Πανοσιολ. Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Μπακογιάννη, το οποίο δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο «Ρομφαία»:
ΤΑ ΕΓΚΩΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Ξεκίνησαν από τις Κυκλάδες, κατά το μέσα του 19ου αι. προκαλώντας σύγχυση στην Εκκλησία. Το θέμα έφθασε στην Ιερά Σύνοδο (Απρίλιος 1865).
Και υπό την Προεδρία του αοιδίμου Μητροπολίτου Αθηνών Θεοφίλου, συζήτησε το θέμα. Και οι Συνοδικοί Αρχιερείς, «επόμενοι τοις αγίοις Πατράσιν», δεν επέτρεψαν την εισαγωγή τους στη λατρεία, έστω και αν ήταν ύμνοι που εξυμνούσαν την Μητέρα του Χριστού.
Το σκεπτικό τους ήταν, πως τιμούμε δέοντως την Παρθένο, όταν σεβόμαστε την τάξη της Εκκλησίας, και όχι όταν την καταφρονούμε.
Απέστειλαν λοιπόν «προς τους κατά το Κράτος Σεβασμιωτάτους Ιεράρχας», την υπ' αριθμ. 135, αριθμ. πρωτ. 4319, 21/4/1865, Εγκύκλιο, «περί απαγορεύσεως Επιταφίου ύμνου εις την εορτήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου», επισημαίνοντας: «... η τοιαύτη ακολουθία είναι ασυνήθης και πάντη ξένη εις την καθ' όλου ορθόδοξον Ανατολικήν του Χριστού Εκκλησίαν». (Και αν δεν επιτρέπεται να ψέλνονται Εγκώμια προς τιμήν της Παναγίας, πόσο μάλλον προς τιμήν των Αγίων. Και όμως γίνεται και αυτό...!).
Την ίδια αρνητική τοποθέτηση για το θέμα έχει και το «Τυπικό της Μεγάλης Εκκλησίας», τονίζοντας μάλιστα: «Η Μ. Εκκλησία κατακρίνουσα, παν ο,τι καινοφανές και κακόζηλον, έστω και γινόμενον προς τιμήν της Θεοτόκου, αποδικιμάζει ταύτα επισήμως και απαγορεύει μάλιστα αυστηρώς». (Όρθρος ΙΕ΄ Αυγούστου).
«Η Εκκλησία εκανόνισεν ανέκαθεν τας Ιεράς ακολουθίας του όλου ενιαυτού· και κατανυκτικώτατα εισί τα εις την Κοίμησιν της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου ψαλλόμενα άσματα», σημείωνε η σχεική Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου.
Παρόλα αυτά, από τα τέλη περασμένου (20ού αι), τα Εγκώμια της Παναγίας και ο Επιτάφιος άρχισαν δειλά-δειλά να εισέρχονται στη λατρεία, και να «εξαπλώνονται», συν τω χρόνω, σ' Ενορίες της Ελλαδικής Εκκλησίας, ακόμα και σ' Ελληνορθόδοξες Ενορίες της Διασποράς, ακόμα και σε Μοναστήρια, (εκτός από τα Αγιορείτικα Μοναστήρια). Σημειωθήτω, πως στις περισσότερες Ενορίες, δεν λέγονται ανήμερα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (15 Αυγούστου), αλλά στο διάστημα που γιορτάζεται η Δεσποτική γιορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (6-13 Αυγούστου)· σε χρόνο δηλαδή άσχετο με τη γιορτή της Κοιμήσεως.
Είναι η μόνη Ακολουθία που λέγεται «εκτός τόπου και χρόνου».
Ο Επιτάφιος και τα Εγκώμια είναι μια ιδιαιτερότητα του Χριστού μέσα στη λατρεία μας. Δεν αξίζει ο Χριστός να έχει αυτή την ιδιαιτερότητα; Γιατί την καταργούμε;
Μπορεί βέβαια και τη Μεγάλη Παρασκευή να ψέλνουμε Εγκώμια στον Χριστό, και να περιφέρουμε τον Επιτάφιο, κτυπώντας πένθιμα τις καμπάνες, όμως παράλληλα περιμένουμε την εκ νεκρών Ανάστασή Του.
Δεν μένουμε δηλαδή στο θάνατό Του, που θα ήταν απελπισία.
Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τα Εγκιώμια και τον Επιταφιο της Παναγίας.
Η τοποθέτηση του Επιταφίου στη μέση του Ναού, η περιφορά του (σε μερικές ενορίες χτυπάνε και τις καμπάνες πένθιμα!), αφήνουν την αίσθηση ότι η Παναγία πέθανε και έμενε στον τάφο.
Όμως, μετέστη προς τους ουρανούς, νικώντας και αυτή με τον θάνατο, τον θάνατο. Αυτή η νίκη κατά του θανάτου «θάβεται» με τον Επιτάφιο, που κάνουμε προς τιμήν της!
Κάτι ήξεραν οι προγενέστεροι Πατέρες-Συνοδικοί Αρχιερείς, που είπαν: «... Η τοιαύτη ακολουθία είναι ασυνήθης και πάντη ξένη εις την καθ'όλου ορθόδοξον Ανατολικήν του Χριστού Εκκλησίαν».
Βέβαια, το «Τυπικό» δεν είναι δόγμα, ώστε να μην μπορεί να αλλάξει.
Όμως, αυτό δεν μπορεί να γίνει από έναν Ιερέα, η από έναν Επίσκοπο, αλλά «Συνοδικώς» (Κανόνας ΛΔ΄ Α¬γί¬ων Αποστόλων).
Αλίμονο, αν ο κάθε Ιερέας η ο κάθε Επίσκοπος «ράβει και ξηλώνει» μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία κατά το δοκούν.
Άλλωστε, μια διαφορά ανάμεσα στον Ορθόδοξο Χριστιανό και στον Προτεστάντη, είναι πως ο μεν πρώτος είναι δεσμευμένος από την Παράδοσή του, και δεν μπορεί να κάνει πράγματα «ων ο παρελθών χρόνος ουκ έχει τα υποδείγματα» ( Μ. Βασίλειος, επιστολή 130), ενώ ο δεύτερος, επειδή ακριβώς στερείται Παραδόσεως, κάνει ο,τι του αρέσει.
Γι' αυτό και η Αγία Εβδόμη Οικουμενική Σύνοδος «εις τους τολμώντας τας εκκλησιαστικάς παραδόσεις αθετείν και καινοτομίαν τινά επινοείν» θέτει βαρύτατα επιτίμια (Πράξη Η΄).
Και αν δεν μας συνετίζουν οι αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων, ποιός θα μας συνετίσει;
Επίσης, διαβάσετε και αυτό το εμπεριστατωμένο κείμενο: ΤΑ ΕΓΚΩΜΙΑ ΚΑΙ Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΛΑΤΡΕΙΑ.