Δημοσιεύουμε σε ελληνική μετάφραση τα Συμπεράσματα εκτενούς τεκμηριωμένης ιστορικοθεολογικής εργασίας του Ρώσου Καθηγητού κ. Κωνσταντίνου Βετόσνικωφ, Δρος Θεολογίας και Ιστορίας, η οποία έχει δημοσιευθεί ολόκληρη στο σύνδεσμο: cerkvarium.org με τον πρωτότυπο τίτλο «Ответ на аргументы представителей РПЦ о «полной передаче» Москве юрисдикции над Киевской митрополией в 1686 г».
Η μετάφραση έγινε από τον Ελληνο-Ουκρανό φίλο Al Anopatis, ενώ προσωπικά ζήτησα την έγκριση του κ. Βετόσνικωφ τόσο για το κείμενο της μεταφράσεως όσο και για την δημοσίευσή του. Ευχής έργον, να μεταφραστεί στα ελληνικά και σε άλλες γλώσσες το σύνολο της εμπεριστατωμένης αυτής εργασίας, για να πληροφορηθούν οι άνθρωποι της Εκκλησίας την ιστορική αλήθεια που τόσο βάναυσα έχει κακοποιηθεί από τη μοσχοβίτικη προπαγάνδα και τους ανιστόρητους ισχυρισμούς της...
Συμπεράσματα
Όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αρκούν για να εξαγάγουμε το εξής συμπέρασμα: οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας της Ρωσίας δεν έχουν απολύτως κανένα στοιχείο που θα μπορούσε να αποδείξει τη δήθεν κανονική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας επί της Μητροπόλεως Κιέβου. Αναζητούν επιχειρήματα ακόμη και εκεί που δεν υπάρχουν και μάλιστα επινόησαν ένα quasi-δόγμα περί μιας ενιαίας και αδιαίρετης Εκκλησίας της Ρωσίας. Η Εκκλησία καθ’ όλη τη δισχιλιετή ιστορία της στην διοικητική της δραστηριότητα βασιζόταν στους Ιερούς Κανόνες και την ίδια στιγμή, όταν προέκυπτε μια ποιμαντική ανάγκη, ενεργούσε κατ’ οικονομίαν. Όλες οι νέες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες δημιουργήθηκαν κατ’ οικονομίαν, διότι οι ίδιοι οι Κανόνες όχι μόνο δεν προβλέπουν τη δημιουργία τους, αλλά και κατοχυρώνουν τα δικαιώματα των Εκκλησιών που δημιουργήθηκαν στην εποχή της θέσπισης των Κανόνων αυτών. Εάν ο Οικουμενικός θρόνος της Κωνσταντινουπόλεως ενεργούσε αποκλειστικά κατ’ ακρίβειαν και είχε επινοήσει, όπως η Εκκλησία της Ρωσίας, ένα quasi-δόγμα περί ενός ενιαίου και αδιαιρέτου Οικουμενικού Πατριαρχείου, δεν θα υπήρχε σήμερα το σύνολο των νέων Κανονικών Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, αλλά στη θέση τους θα βλέπαμε ένα πλήθος σχισματικών ομάδων. Όμως, η Μητέρα Εκκλησία, έχοντας ως κύρια αποστολή τη σωτηρία των παιδιών της και χωρίς να υπολογίσει τα νόμιμα και κανονικά της δικαιώματα, επί τη βάσει της ποιμαντικής ανάγκης παρείχε ανεξαρτησία σε πολλές τοπικές Εκκλησίες. Εκείνη απένειμε και τον πατριαρχικό τίτλο στον Επίσκοπο που είναι επικεφαλής της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο βορειοανατολικό μέρος της κάποτε ενιαίας Μητροπόλεως Κιέβου και πάσης Ρωσσίας, και μάλιστα παρά τα δικά της δικαιώματα και παρά τα δικαιώματα του Κανονικού Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ρωσσίας, έχοντας αποσπάσει ένα μέρος και της δικής της και της δικής του κανονικής επικράτειας. Και παρά την μη κανονική φύση της συγκρότησης της νέας αυτής Εκκλησίας, αυτό έγινε για την ειρήνη της Εκκλησίας και για τη σωτηρία των Ορθοδόξων Χριστιανών που ζούσαν στο Βασίλειο της Μοσχοβίας. Ταυτόχρονα, ο Οικουμενικός Θρόνος διατήρησε τη δική του δικαιοδοσία επί της Μητροπόλεως Κιέβου και πάσης Ρωσσίας, η οποία βρισκόταν εκτός των ορίων του Βασιλείου της Μοσχοβίας το 1589. Το 1686, κατόπιν αιτημάτων από τη Μόσχα προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δόθηκε στον Πατριάρχη της Μόσχας η άδεια (και μόνο αυτή!) να εγκαθιστά τους Μητροπολίτες Κιέβου και πάσης Ρωσσίας. Και αυτό έγινε για ποιμαντικούς λόγους, κατ’ οικονομίαν και προς αποφυγή σχισμάτων.
Εάν ο Οικουμενικός Θρόνος ακολουθούσε την αρχή της ακρίβειας των Κανόνων, θα μπορούσε να έχει καθαιρέσει τον Μητροπολίτη Κιέβου Γεδεών και τον Πατριάρχη Μόσχας Ιωακείμ που τον εγκατέστησε παράνομα, αλλά, χάριν της ειρήνης της Εκκλησίας και για ποιμαντικούς λόγους, τους συγχωρέθηκε αυτή η παραβίαση των Κανόνων και των Δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Παρά το γεγονός ότι οι αρχές της Μοσχοβίας, τόσο οι πολιτειακές όσο και οι εκκλησιαστικές, απαιτούσαν την πλήρη παραχώρηση της δικαιοδοσίας επί της Μητροπόλεως Κιέβου, στον Πατριάρχη της Μόσχας δόθηκε μόνον η άδεια να εγκαθιστά τον Μητροπολίτη Κιέβου: τα έγγραφα εκείνης της εποχής δεν επιτρέπουν καμία άλλη ερμηνεία. Ο Οικουμενικός Θρόνος δεν προέβαλε προηγουμένως τα κανονικά του δικαιώματα στη Μητρόπολη Κιέβου της ανεξάρτητης πλέον Ουκρανίας, πάλι για ποιμαντικούς λόγους. Αλλά επειδή κατά τη διάρκεια της τριακονταετούς περιόδου των σχισμάτων δεν έγινε τίποτε για τη θεραπεία τους από την Εκκλησία, στην οποία είχε ανατεθεί η επιτροπεία επί της Μητροπόλεως αυτής, αναγκάστηκε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, για τους ίδιους ποιμαντικούς λόγους, να ενεργήσει πλέον κατά την ακρίβεια των Κανόνων και να προβάλει τα κανονικά του δικαιώματα, ανακαλώντας την κατ’ οικονομίαν άδεια που είχε δοθεί στον Πατριάρχη της Μόσχας να εγκαθιστά το Μητροπολίτη Κιέβου.
Πιστεύω ότι για τους εκπροσώπους της Εκκλησίας της Ρωσίας θα ήταν πολύ πιο ωφέλιμο να μεριμνούν για τη σωτηρία του δικού τους ποιμνίου, για την ειρήνη της Εκκλησίας, να αναγνωρίσουν την υπεροχή των κανόνων και κανονικών αποφάσεων, παρά να επινοούν επιχειρήματα προς υποστήριξη των γεωπολιτικών τους παιχνιδιών. Διότι, η πρώτη αποστολή της Εκκλησίας συνίσταται στο να ποιμαίνει και όχι στο να επιμένει με οποιοδήποτε κόστος στις νοσηρές φιλοδοξίες και στις παράνομες εδαφικές διεκδικήσεις, υπό το πρόσχημα μάλιστα της δήθεν τηρήσεως των Κανόνων.