Ετούτο το πανέμορφο ριζίτικο της Λεβεντογέννας Κρήτης των Αγίων και των Ηρώων έχει χιλιοτραγουδηθεί σε διαφόρους καιρούς και τόπους και έχει καταστεί παιάνας αφύπνισης και αγώνων ελευθερίας και αξιοπρέπειας.
Κάθε φορά που το άκουγα στριφογύριζε στο νου μου η σκέψη πως δεν το δημιούργησε...
ανθρώπινη μούσα, μα πως άγγελοι το είχαν ψιθυρίσει στα αυτιά, και προπάντων στις καρδιές, εκείνων που το πρωτοτραγούδησαν... Γιατί μοιάζει να βγαίνει από τους αλάλητους στεναγμούς πληγωμένου αητού, ασυμβίβαστου μαχητή της πνευματικής ελευθερίας, που αναπέμπει θερμή δέηση προς τον νοητό Ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Χριστόν.
Και θα μπορούσε να είναι μια ποιητική ελεύθερη απόδοση του ηρωικού και εγερτήριου παύλειου λόγου: «῎Εχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν, ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ» (Β΄ Κορ. δ΄ 7-10).
Αλλά και ενός ακόμη αποστολικού λόγου ενθύμημα γίνεται με τούτο το ριζίτικο: «ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω» (Γαλ. ς΄ 17).
Και ποιος άλλος αλήθεια βαστάζει αυτά τα ιερά στίγματα, απέναντι σε θηρία ανήμερα και λύκους βαρείς που υλακτούν, παρά ο πληγωμένος, αλλά μηδέποτε καταβαλλόμενος μηδέ αποθνήσκων της Ρωμιοσύνης υψιπέτης αητός, ο της Εκκλησίας Πρώτος και Πρωτεύθυνος και την πάσαν αυτής μέριμναν αποστολικώς και θυσιαστικώς αναλαβών, ο Παναγιώτατος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης, και Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ;
Σε Εκείνον λοιπόν ευλαβικώς και υιϊκώς αφιερώνω αυτό το κατανυκτικό και προσευχητικό άσμα της Κρήτης, έτσι όπως βγήκε όχι τόσο με τις φωνητικές μου χορδές, μα με τους κτύπους της καρδιάς μου.