«Καὶ εἰσῆλθε πάλιν εἰς τὴν
συναγωγήν· καὶ ἦν ἐκεῖ ἄνθρωπος ἐξηραμμένην ἔχων τὴν χεῖρα. καὶ παρετήρουν αὐτὸν
εἰ τοῖς σάββασι θεραπεύσει αὐτόν, ἵνα κατηγορήσωσιν αὐτοῦ. καὶ λέγει τῷ ἀνθρώπῳ
τῷ ἐξηραμμένην ἔχοντι τὴν χεῖρα· ἔγειρε εἰς τὸ μέσον. καὶ λέγει αὐτοῖς· ἔξεστι
τοῖς σάββασιν ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι; ψυχὴν σῶσαι ἢ ἀποκτεῖναι; οἱ δὲ ἐσιώπων.
καὶ περιβλεψάμενος αὐτοὺς μετ᾿ ὀργῆς, συλλυπούμενος ἐπὶ τῇ πωρώσει τῆς καρδίας
αὐτῶν, λέγει τῷ ἀνθρώπῳ· ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου. καὶ ἐξέτεινε, καὶ ἀποκατεστάθη
ἡ χεὶρ αὐτοῦ ὑγιὴς ὡς ἡ ἄλλη. καὶ ἐξελθόντες οἱ Φαρισαῖοι εὐθέως μετὰ τῶν ῾Ηρῳδιανῶν
συμβούλιον ἐποίουν κατ᾿ αὐτοῦ, ὅπως αὐτὸν ἀπολέσωσι» (Μάρκ. γ΄ 1-6).
Στο Μητροπολίτη Κυθήρων και
σε όλους τους ομόφρονές του, αλλά προπάντων σε ένα από τους βασικούς εμπνευστές
του, τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας, αφιερώνω την παραπάνω ευαγγελική περικοπή,
προτρέποντάς τους να την μελετήσουν και να εμβαθύνουν, έστω και για πρώτη φορά
στη ζωή τους, στα υψηλά νοήματα της αγάπης, της συγχώρησης, της οικονομίας, τα
οποία -ως αποδεικνύουν από τη στάση τους στο Ουκρανικό- μάλλον αγνοούν.
Προσωπικά, και το λέω
ευθαρσώς, στη θέση των Φαρισαίων και των Ηρωδιανών που εποίησαν άνομο συμβούλιο
για να εξοντώσουν τον Κύριο, επειδή -μεταξύ άλλων... «εγκλημάτων»- «κατέλυε το
Σάββατον», τοποθετώ όλους αυτούς τους υποκριτές, ευσεβιστές, πουριτανούς και
δήθεν, οι οποίοι αρνούνται την Χάριν και σφιχταγκαλιάζονται τη σκιά του νόμου.
Αδύναμοι να έχουν καρδιά αληθινών Ποιμένων, καρδία Χριστού, ο Οποίος άφησε τα
99 πρόβατα για να αναζητήσει το 1, το απολωλός.
Ίσως οι λόγοι μου να είναι
σκληροί. Αλλά πλέον δεν μπορώ να μιλήσω διαφορετικά. Έχω αηδιάσει κυριολεκτικά
με όλους αυτούς τους κατηγόρους της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, της στοργικής
Μητρός πάντων ημών, η Οποία, εκτελώντας το Μητρικό της Χρέος, θεράπευσε
εκατομμύρια ψυχές στην Ουκρανία, που επί 30 τουλάχιστον έτη βρίσκονταν έξω από
το Σώμα του Χριστού, πληρώνοντας τις πολιτικές της Μόσχας.
Ας φιμωθούν λοιπόν τα
βάσκανα χείλη των υβριζόντων και πολεμούντων την Αγίαν του Χριστού Μεγάλην
Εκκλησίαν! Έναντι τούτων επικαλούμαι προσευχητικώς και ενθέρμως τους εν
Πνεύματι Αγίω λόγους του Προφητάνακτος:
«Δίκασον, Κύριε, τοὺς ἀδικοῦντάς
με, πολέμησον τοὺς πολεμοῦντάς με. ἐπιλαβοῦ ὅπλου καὶ θυρεοῦ καὶ ἀνάστηθι εἰς τὴν
βοήθειάν μου, ἔκχεον ῥομφαίαν καὶ σύγκλεισον ἐξ ἐναντίας τῶν καταδιωκόντων με·
εἶπον τῇ ψυχῇ μου· Σωτηρία σού εἰμι ἐγώ. αἰσχυνθήτωσαν καὶ ἐντραπήτωσαν οἱ ζητοῦντες
τὴν ψυχήν μου, ἀποστραφήτωσαν εἰς τὰ ὀπίσω καὶ καταισχυνθήτωσαν οἱ λογιζόμενοί
μοι κακά. γενηθήτωσαν ὡσεὶ χνοῦς κατὰ πρόσωπον ἀνέμου, καὶ ἄγγελος Κυρίου ἐκθλίβων
αὐτούς· γενηθήτω ἡ ὁδὸς αὐτῶν σκότος καὶ ὀλίσθημα, καὶ ἄγγελος Κυρίου καταδιώκων
αὐτούς· ὅτι δωρεὰν ἔκρυψάν μοι διαφθορὰν παγίδος αὐτῶν, μάτην ὠνείδισαν τὴν ψυχήν
μου. ἐλθέτω αὐτῷ παγίς, ἣν οὐ γινώσκει, καὶ ἡ θήρα, ἣν ἔκρυψε, συλλαβέτω αὐτόν,
καὶ ἐν τῇ παγίδι πεσεῖται ἐν αὐτῇ» (Ψαλμ. λδ΄ 1-8).