Ο Πανιερώτατος Επίσκοπος Μαρνεούλι και Χουτζάμπι κ. Γεώργιος, την περασμένη εβδομάδα, κατά το κήρυγμα στη Θεία Λειτουργία, αναφέρθηκε στην αναγνώριση της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ουκρανίας και τόνισε ότι πρέπει οι Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες να αναγνωρίσουν την αυτοκεφαλία της.
Στις 30 Μαρτίου του 2022, ο Πανιερώτατος Επίσκοπος Γεώργιος δημοσίευσε
μια ειδική ανακοίνωση σχετικά με την αναγνώριση της αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας
της Ουκρανίας μαζί με τα ιστορικά και κανονικά επιχειρήματα, όπου τόνισε: «Δηλώνω με πλήρη ευθύνη ότι η γνώμη που
εκφράζω δεν υπερβαίνει τις διδασκαλίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά αποτελεί
την αυστηρή προστασία και παράδοσή της».
Σχετικά με την ιστορική Μητρόπολη Κιέβου γράφει:
«Όπως είναι γνωστό από την
εκκλησιαστική ιστορία, η Μητρόπολη Κιέβου ιδρύθηκε το 988 από το Οικουμενικό
Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως αποτελώντας έτσι τη δικαιοδοσία του. Αργότερα,
το 1654, όταν η Ρωσία κατέλαβε πολιτικά την Ουκρανία (Μικρή Ρωσία), η Ρωσική
Εκκλησία προσπάθησε να αρπάξει τη Μητρόπολη του Κιέβου από τη δικαιοδοσία του
Οικουμενικού Πατριαρχείου, εισβάλοντας σε αυτήν. Φυσικά, ακολούθησε αρνητική
αντίδραση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και άλλα Πατριαρχεία της Ανατολής. Αν
και η ρωσική κυβέρνηση και η Εκκλησία άσκησαν πίεση στον Οικουμενικό Πατριάρχη Διονύσιο
να παραχωρήσει τη Μητροπολιτική Εκκλησία του Κιέβου στη δικαιοδοσία της Ρωσικής
Εκκλησίας, αυτό δεν συνέβη. Τότε ο Ρώσος Πατριάρχης Ιωακείμ χειροτόνησε
αντικανονικά τον Μητροπολίτη Κιέβου, κάτι που δεν έγινε αποδεκτό από τους
ντόπιους επισκόπους, οι οποίοι τον καθαίρεσαν.
Το 1685-1686, η ρωσική
κυβέρνηση επενέβη το θέμα και έστειλε τον πρεσβευτή της στον Οικουμενικό
Πατριάρχη στην Αδριανούπολη για να ασκήσει πίεση στον Πατριάρχη ώστε να
αναγνωρίσει ως Μητροπολίτη Κιέβου, τον χειροτονηθέντα από τον Ρώσο Πατριάρχη, Γεδεών,
αλλά και να παραχωρήσει τη Μητρόπολη Κιέβου στη Ρωσική Εκκλησία. Φυσικά ο
Οικουμενικός Πατριάρχης Διονύσιος δεν παραχώρησε τη Μητρόπολη στη Ρωσική
Εκκλησία, αλλά εξέδωσε άδεια να χειροτονείται ο Μητροπολίτης Κιέβου από τον Πατριάρχη
Μόσχας, ο οποίος θα εκλεγόταν από την τοπική σύνοδο και θα εγκρινόταν από τον
Οικουμενικό Πατριάρχη. Βασική προϋπόθεση για την εγκυρότητα της χειροτονίας του
Μητροπολίτη Κιέβου από τον Πατριάρχη Μόσχας καθορίστηκε η μνημόνευση του
Οικουμενικού Πατριάρχη από τον Μητροπολίτη Κιέβου ως υποτελούς επισκόπου του.
Ένα διάταγμα που εκδόθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1686 σχετικά με
αυτό το θέμα έλεγε: "Ὁ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ἀγαπητός καί περιπόθητος ἀδελφός
καί συλλειτουργός τῆς ἡμῶν μετριότητος [πατριάρχης Μόσχας] ἔχῃ ἐπ’ ἀδείας
χειροτονεῖν Κιέβου Μητροπολίτην κατά την ἐκκλησιαστικήν διατύπωσιν,... ἑνός
μόνου φυλαττομένου, δηλαδή ἡνίκα ὁ Μητροπολίτης Κιέβου ἱερουργῶν εἴη τήν ἀναίμακτον
θείαν μυσταγωγίαν ἐν τῇ παροικίᾳ ταύτῃ, μνημονεύοι ἐν πρώτοις τοῦ σεβασμίου ὀνόματος
τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ὡς ὄντος πηγή καί ἀρχή, ὑπερκειμένου
πάντων τῶν πανταχοῦ παροικιῶν τε καί ἐπαρχιῶν...“.
Παρ’ όλα αυτά, η Ρωσική
Εκκλησία εισέβαλε στη δικαιοδοσία της ξένης Εκκλησίας με τις συνήθεις μεθόδους
και την προσάρτησε, όπως έκανε το 1811 στην περίπτωση της παλαίφατης
Αποστολικής Εκκλησίας της Γεωργίας. Αργότερα, όταν η Ουκρανία απέκτησε πολιτική
ανεξαρτησία, τέθηκε αμέσως στην ημερήσια διάταξη το θέμα της εκκλησιαστικής της
ανεξαρτησίας από τη Ρωσική Εκκλησία, που ξεκίνησε το 1917 και διήρκεσε μέχρι το
2018».
Σχετικά με την αποκατάσταση των Ουκρανών επισκόπων στην κανονική τάξη
γράφει:
«Το 2018, το Οικουμενικό
Πατριαρχείο επανεξέτασε το ζήτημα της αποκατάστασης καθαιρεθέντων Ουκρανών
επισκόπων στην κανονική Εκκλησία και τους αποκατέστησε σύμφωνα με το προνόμιο
που παρέχεται από τους Ιερούς Κανόνες Θ΄ και ΙΖ΄ της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου».
© Εκκλησιαστικά Νέα της Γεωργίας