Η ΙΕΡΑ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗ ΜΟΝΗ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΗΛΙΟΥ ΡΟΥΣΤΙΚΩΝ




1. Το παρακάτω κείμενο συντάχθηκε το έτος 2007 από την Αδελφότητα της Ιεράς Μονής Ρουστίκων, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία που παρατίθεται στο τέλος.
2. Το φωτογραφικό υλικό είναι του έτους 2007. Έκτοτε έχουν επέλθει μεταβολές λόγω ανακαινιστικών εργασιών που έχουν πραγματοποιηθεί.

Μόλις εκοσι χιλιόμετρα πό τό έθυμνο βρίσκεται τό χωριό ούστικα - σή­μερα διαμέρισμα το Δήμου Νικηφόρου Φωκ - καί στό νο­τιοδυτικό του κρο, πάνω σε μικρό βραχδες ψωμα και μέσα σ’ ένα κα­τάφυτο τοπίο, ερά Μονή το Προφή­του λιού το Θεσβί­του, μία πό τίς πλέον στορικές τς ερς Μη­τροπόλεως εθύμνης καί Αλοπο­τάμου.
πό τό Μοναστήρι θέα εναι πανοραμική. κτείνεται σέ λο τό βορειο­δυτικό τμμα το νομο εθύμνης μέχρι καί το κόλπου τς Σού­δας. Κεντρική Πύλη, πού βρίσκεται στά βόρεια, δηγε στή μεγάλη αλή τς Μονς, πού εναι λόκληρος βρά­χος πάνω στόν ποο χει κτιστε τό Καθολικό, νας Ναός τριμάρ­τυρος, φιερωμένος στήν γία Τριάδα, στήν γία Ζώνη καί στόν Προφήτη λία. νέκαθεν μως εναι γνωστός κυρίως ς Ναός το Προφήτου λιού, το φόρου καί Προστά­του τς Μονς.
Τό ρχιτεκτονικό σχέδιο το σημερινο Καθολικο προσαρμόζεται πρός τό γνωστό τύπο τς τρίκλιτης βασιλικς, ποα μως χει να τρολλο καί μία μόνο ψδα ερο. Στό μεγαλύτερο μέρος του Ναός εναι κτισμένος μέ πελεκητές σβεστολιθικές πέτρες. σωτερικά χει δύο κιονοστοι­χίες, ο ποες τόν διαιρον στά τρία κλίτη. Τό δάπεδο το ερο εναι κατά τρες βαθμίδες περυψωμένο το κυρίως Ναο, ν στό θόλο εκονίζεται Παντοκράτωρ, ργο το εθύμνιου ζω­γράφου Γαλληνο τό 1905. Τά ξυλόγλυπτα το Καθολικο εναι ξαιρετικς τέχνης. πό ατά ναφέρουμε: τόν μβωνα (1849), τόν πισκοπικό Θρόνο (1849), να ραιότατο εκονοστάσι (προσκυνητάρι) μέ τήν εκόνα το Προφήτη λία καί τό ξαίρετο Τέμπλο (1844), ργα το ριστου ξυλογλύπτη ετο Κα­τζουράκη, αταδέλφου το γουμένου τς Μονς Καλλινίκου, ποος ργάσθηκε μέ ζλο πί κτώ τη.
Στή βορειοδυτική γωνία το Ναο πάρχει λίθινη κτιστή σκάλα ποία δηγε στό λαμπρό Κω­δωνοστάσιο, πού μαζί μέ κενο τς Μονς ρκαδίου εναι τά μοναδικά βενετσιάνικα κωδωνοστάσια πού σώζονται στην Κρήτη. Ατό ποτελε τό κυριώτερο λείψανο το παλαιο Καθολικο, πού εχε κτισθε πωσδήποτε πρίν πό τό 1637. Βό­ρεια πίσης το Καθολικο πάρχει να βαθύ πετρόκτιστο πη­γάδι βάθους 23 μέτρων καί κοντά σ’ ατό, στή μέση περίπου τς αλς, μιά κυκλική τράπεζα ποία εναι κα­τασκευα­σμένη πό να τεράστιο πελεκητό σβεστόλιθο. τράπεζα ατή, σύμφωνα μέ τούς με­λετητές καί τήν προφορική παράδοση τν παλαιοτέρων, χρησιμοποιονταν γιά διάφορες κκλησιαστικές τελετές (Μέγας γιασμός τν Θεοφανείων, ρτοκλασίες, κλπ). πιπλέον δυτικά το Καθολικο συναντ κανείς τήν λίθινη κτιστή Τράπεζα τς Μονς, σχήματος ρθογωνίου 18 τετραγωνικν μέτρων μέ κτιστό πε­ζούλι. Στήν Τράπεζα ατή κάθονται ο πατέρες τς Μονς καί φυσικά τό πλθος τν προσκυνητν, πού συρρέει κάθε χρόνο κατά τό Πανηγύρι το Προφήτη λία στίς 20 ουλίου.
Γύρω πό τό Καθολικό σέ σχμα μάνδρας εναι κτισμένα τά κελλιά καί ο διά­φοροι βοηθητικοί χροι τς Μονς. Από ατά ξεχωρίζει μεγα­λοπρεπής ξεννας, δίπλα κριβς στήν Τράπεζα, ποος παραμένει μιτελής πό τό 1911, πότε λόγ τς διανομς το μεγαλύτερου μέρους τς κίνητης μοναστηριακς περιουσίας καί τν μετοχίων, Μονή βρέ­θηκε σέ οκονομική δυναμία νά λοκληρώσει τήν οκοδόμησή του. λα τά κελλιά χουν σχμα ρθογώνιο, εναι διώροφα, μέ χαμηλές εσόδους καί μέ εθύγραμμο τοξωτό πέρθυρο. Ατός τρόπος κατασκευς μς νάγει στορικά στούς χρόνους τς Τουρκοκρατίας, γι’ ατό και στερονται διαίτερου ρχαιολογικο νδιαφέροντος.
Τό Καθολικό χει παλαιές φορητές εκόνες το 18ου καί 19ου αἰῶνος. νάμεσα σ’ατές διακρί­νεται φέστιος εκόνα το Προφήτη λία στό περίτεχνο ξυλό­γλυπτο προσκυ­νητάρι. μεγάλη ατή εκόνα (διαστάσεων 1,03 Χ 0,832 μ.) πα­ριστάνει τόν Προφήτη καί γύρω πό ατόν πεικάζονται 16 σκηνές πό τόν βίο καί τά θαύματά του. στορήθηκε τό 1847 πό τόν εθύμνιο γιογράφο ντώνιο Βε­βελάκη, μέ δαπάνες το Καθη­γουμένου τς Μονς Κυρο Ματθαίου Κιρμιζάκη, πως μαρτυρε καί σχετική πιγραφή της. πίσης ντός το ερο φυλάσσονται καί λλα κειμήλια, πως ερά Σκεύη καί μφια, καθώς καί ερόν Εαγ­γέλιον ωσικς τέχνης μεγάλης ξίας, μι­κροί ργυρόδετοι ξυλόγλυπτοι σταυροί ελογίας, λειψανοθκες μέ ερά λείψανα διαφόρων γίων καθώς καί νας πε­ρίτεχνος χρυσοκέ­ντητος πιτάφιος ωσικς πίσης τέχνης. πάρχουν κόμη διάφορα παλαίτυπα – λειτουργικά κυρίως – βι­βλία, πό τά ποα ξιολογώτερα εναι τά Μηναα, κδοσης το 1640, καθώς καί πολλά καί ξιόλογα χειρόγραφα καί πίσημα γγραφα. ξιομνημόνευτο εναι τό χει­ρόγραφο μερολόγιο τς Μονς, πού ξεκιν πό τό 1620.
κτός πό τή μεγάλη περιουσία στήν περιοχή τν ουστίκων, Μονή το Προφήτη λία εχε πολλά καί πλούσια μετόχια: Ταξιαρχν Καλονύκτι, γίων Θεο­δώρων Πετρέ, Ταξιάρχου Μιχαήλ Φοινικις, καί βοσκοτόπια, πως: Φρυγάνα, Τσιλί­βδικα, Ξυλάρες-Πρίνους. πίσης, στήν Μονή ουστίκων νκε καί Μονή Μυριο­κεφάλων, τιμώμενη στό Γενέ­θλιο τς περαγίας Θεοτόκου, τήν ποία - μετά τήν κα­ταστροφή πού πέστη πό τούς Τούρκους τό 1770 - νοικοδόμησε περί τό 1830  Χατζ Ματθαος, γούμενος τς Μονς τν ουστίκων, λλά ρχική δρυσή της ποδίδεται στόν γιο ωάννη Κυργιάννη Ξένο (10ος-11ος α.)
Δυστυχς, δέν μπορομε νά πομε μέ βεβαιότητα πότε κριβς δρύθηκε ερά Μονή, καθώς γνοομε τόσον τόν κτήτορα, σον καί τίς στορικές γενικά συνθκες τς δρύσεώς της. Σύμφωνα μως μέ στοιχεα πού παραθέτουμε παρα­κάτω, μπορομε νά πομε μέ βεβαιότητα τι Μονή τν ουστίκων πρχε δη πό τά μέσα το 16ου τουλάχιστον πό τίς ρχές το 17ου αἰῶνα. Συγκεκριμένα, στά ρχεα τς Μονς πρχαν γγραφα πό τό 1587 ως τό 1703 περίπου. Πρό­κειται περί 43 γγράφων, τά ποα στάλθηκαν κατά τίς ρχές το 20ο αἰῶνα πό τόν τότε πίσκοπο εθύμνης στή Μητρόπολη (νν ρχιεπισκοπή) Κρήτης προ­κειμένου νά δημοσιευθον. Τά γγραφα ατά κτοτε βρίσκονται στή βιβλιο­θήκη το ρχαιολογικο Μουσείου το ρακλείου Κρήτης. Τά δέκα πρτα πό ατά νάγονται στούς χρόνους τς νετικς κυριαρχίας τς Κρήτης, καί εδικώτερα μεταξύ τν τν 1587-1645. Τά πόλοιπα 33 γγραφα νήκουν στήν ποχή τς Τουρκοκρατίας καί χρονολογονται με­ταξύ τν τν 1650-1703.
πίσης παρξη τς Μονς μαρτυρεται σέ πίσημο γγραφο το 1609, τό ποο γραψε νο­τάριος ωάννης Βλαστός, που γίνεται λόγος γιά δωρεά πό τό Μερκούριο Βλαστό μέ μάρτυρα τό μο­ναχό ναστάσιο Βλαστό. Σέ γγραφο το 1614 ναφέρεται ς πρτος γνωστός γούμενος κάκιος Βλαστός τόν ποο διαδέχθηκε Μητροφάνης Βλαστός. Μετα­γενέστερα χουμε τούς γουμένους Κοσμ Βλαστό (πό τό 1645) καί ερεμία Βλαστό (πό τό 1655).
Τά νόματα ατά, πως καί πολλά νόματα μοναχν πού φέρουν τό νομα Βλαστός καί ναφέρονται σέ διάφορα μεταγενέστερα γγραφα, φα­νερώνουν τι στορία τς ερς Μονς Προφήτου λιού ουστίκων χει συνδεθε μέ τήν βυζα­ντινή οκογένεια τν Βλαστν, ποία δωσε στήν Κρήτη ρκετούς πώνυμους νδρες, λο­γίους καί ερωμένους. Οκό­σημο μάλιστα τς οκογένειας τν Βλαστν σώζεται στή βόρεια πλευρά το στεοφυλακίου τς Μονς.
Κατά τούς χρόνους τς νετοκρατίας Μονή χαιρε σεβασμο καί δια­σώζο­νται δύο πιγραφές τς ποχς ατς. ρχαιότερη, το 1637, βρίσκεται χαραγμένη στήν πρόσοψη το ξαίρετου τρίλοβου Κωδωνοστα­σίου: «ΑΧΛΖ΄ (1637) ΗΟΥ­ΛΗΟΥ. Κ + ΔΕ(Η)ΙΣΙΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΣ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΗ­ΤΡΟ­ΦΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΒΛΑ­ΣΤΟΥ ΕΙΓΟΥΜΕΝΟΥ». πίσης, στό πέρθυρο τς εσόδου το περιβόλου τς Μονς μία λλη πιγραφή ναφέρει: «ΑΧΜΑ. ΙΟΥ­ΛΙΟΥ. Λ. ΔΕΗΣΙΣ Κ(ΑΙ) ΕΞΟΔΟΣ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΗ­ΤΡΟΦΑ­ΝΟΥ ΙΕΡΟ / ΜΟΝΑΧΟΥ ΤΟΥ ΒΛΑΣΤΟΥ ΚΑΙ ΚΑ­ΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΠΟΤΑΙ ΜΑΡΚΟ-ΜΑΝΟΛΟΠΟΥΛΟΥ». Ο παρα­πάνω πιγραφές δέν συνιστον χρονο­λο­γίες νοικοδομήσεως τς Μονς, λλά νδεχομένως συμπλη­ρώσεως το μοναστηριακο συγκροτήματος μέ τό Κωδωνοστάσιο καί τήν Κε­ντρική Πύλη ντιστοίχως πό τόν γούμενο καί νακαινιστή τς Μονς Μη­τροφάνη Βλαστό κατά τή χρονική περίοδο 1630-1640.
λλες τρες πιγραφές συναντομε σέ τρες παλιές καμπάνες τς ερς Μονς, ο ποες ναφέρονται χρονολογικά στά τη κατασκευς τους: 1565, 1634 καί 1636 ντίστοιχα. Ο καμπάνες ατές κατασκευάστη­καν στήν βόρεια ταλία, πιθανότατα στά Μεδιόλανα, καί τίς ναφέρει στο ργο του «Travels in Crete» γγλος περιηγητής Robert Pashley, ποος πισκέφθηκε τήν περιοχή τν ουστίκων τό 1834. Τήν ποχή κείνη, σύμφωνα μέ τή μαρτυρία το Pashley, στό Μοναστήρι γκαταβιοσαν γούμενος καί 13 κόμη μοναχοί.
πειδή Μονή το Προφήτη λία εχε τό προνόμιο νά διατηρε καμπάνα, Τορκος στρα­τάρχης Χουσεν πασς τήν νόμαζε «Τσαντλί Μονα­στήρι». Τό προνόμιο ατό πέκτησε μέ τή μεσολά­βηση το εθύμνιου Νεόφυτου Πατε­λάρου, ρχιεπισκόπου Κρήτης, καί τό διετή­ρησε γιά 10 περίπου χρόνια. Μετά τήν νάκλησή του μως διατάχθηκε τό κατέβασμα τν κωδώνων μεταξύ τν τν 1655-1657.
Στά πρτα χρόνια τς Τουρκοκρατίας Μονή το Προφήτη λία βρι­σκόταν σέ περίοδο κμς, φο ο χριστιανοί τς περιοχς φιέρωναν σ’ ατή σημαντικές περιουσίες, λλά καί δια προέβαινε σέ διάφορες γορές. Τήν περί­οδο ατή, καί συγκεκριμένα τό 1677, ο μοναχοί, στερα πό εδική δεια τν τουρκικν ρχν, προχώρησαν στήν νέγερση ξεννα στό Μοναστρι. Στίς 8 Σε­πτεμ­βρίου 1677, καί φο κατασκευή το ξενώνα εχε λοκληρωθε, εροδίκης εθύμνου πισκέπτεται τόν Προφήτη λία γιά νά γνωμοδοτήσει, ν κατα­σκευή εναι σύμφωνη μέ τήν δεια πού εχε δοθε καί ποβάλλει σχετική γγραφη κθεση πρός τόν πασ το εθύμνου. Στή διάρκεια το 18ου αἰῶνα ο χρι­στιανοί ξακολούθησαν νά φιερώνουν περιουσίες καί ντικείμενα στή Μονή σύμφωνα μέ γγραφα πού φυλάσσονται στό ρχεο της.
Ο Τορκοι δέν εχαν δικαίωμα νά ρπάζουν τίς περιουσίες τν μονν οτε καί νά τούς πιβάλλουν φόρους, λόγ τν προνομίων πού εχαν παραχωρηθε σ’ ατές. Τά προνόμια ατά δέν γίνο­νταν μως πά­ντοτε σεβαστά. τσι, μέ κοινή πιστολή τους τς 24ης κτωβρίου 1710 πρός τόν διο τόν σουλτάνο ο γούμενοι τν ερν Μονν Προφήτη λία, ρκαδίου καί ρσανίου ζητον τήν παλλαγή τν μοναστηριν τους πό τούς κτακτους φόρους καί τίς γγαρεες. Φαίνεται τι τό γχείρημα εχε ποτελέσματα καί τό 1719 κδόθηκε σουλτανικό φιρμάνι πού πάλλασσε τούς μοναχούς πό ποιαδήποτε εσφορά καί ριζε νά μήν ποβάλλονται σέ καταναγκαστικές ργασίες. πίσης, τό 1776 κδίδεται σουλτα­νική διαταγή πού παγορεύει τίς φορολογικές αθαιρεσίες γιά τά νωτέρω τρία μοναστήρια.
ερά Μονή το Προφήτη λία γινε Σταυροπηγιακή, γιά πρώτη φορά τό 1713 μέ εδικό μολυβδόβουλο πατριαρχικό γγραφο (σιγγίλιο) το Οκουμενικο Πατριάρχου Κυρίλλου Δ΄ (1711-1713), πού σύμφωνα μέ τίς πηγές πρχε στήν Μονή μέχρι τό 1900. Τό δεύτερο Σταυροπηγι­ακό σιγγί­λιο κ περγαμηνς (τό ποο βρίσκεται στήν θνική Βιβλιοθήκη τν Παρισίων) τό ξέδωσε στίς 11 ανουαρίου 1778 Πατριάρχης Σω­φρόνιος Β΄ (1774-1780) καί π’ ατόν δεκαπενταμε­λής Σύνοδος μέ τήν εκαιρία τς νανεώσεως τν σταυροπηγιακν της προνο­μίων, πού γινε μέ ατημα τν μοναχν, προκειμέ­νου νά παλλαγον πό τίς δύσκολες περιστάσεις πού προκαλοσαν ο αθαιρεσίες τν κατακτητν. Τέλος, τό 1797 θνομάρτυς Πατριάρχης γιος Γρηγόριος Ε΄ καί Δωδε­καμελής Πατριαρχική Σύνοδος ξέδωσε σιγγίλιο γραμ­μένο πίσης σέ περγαμηνή (πού φυλάσσεται μέχρι σήμερα στό ρχεο τς Μονς), στό ποο μέ βα­ρυσήμα­ντους ρους κατοχυρωνόταν γιά λλη μιά φορά σταυ­ροπηγιακή διότητα τς Μονς το Προφήτη λία. Στό σιγγίλιο ατό δια­σώζεται κόμη στορική μο­λύβδινη σφραγίδα το Οκουμενικο Πατριάρχου γίου Γρηγορίου το Ε΄.
Σπουδαα πρξε θνική δράση τς Μονς καί συμβολή της σέ λους τούς πελευθερωτικούς γνες το Γένους. ταν τό καταφύγιο τν παναστατν, τούς ποίους φοδίαζε μέ πλα καί τρόφιμα πού Μονή γόραζε. Στό ρχεο τς Μονς σώζεται να μυστικό κατάστιχο, στό ποο εναι γραμμένες ο ποσότητες μπαρουτιο καί λλων πολεμοφοδίων πού μοιράζονταν στούς παναστάτες κατά τά χρόνια τς πανάστασης το 1821. πό ατό τό γγραφο προκύπτει καί συνερ­γασία τς Μονς μέ τό ρκάδι καί τό Γενικό παναστατικό Συμβούλιο. Γι’ ατό πυρπολήθηκε καί κα­ταστράφηκε πό τόν τουρκικό στρατό στά τέλη Σεπτεμβρίου το 1823, κατά τή διάρκεια τν πιχειρήσεων το Χουσεν Μπέη, πότε χάθηκε με­γάλο μέρος το ρχείου τς Μονς καί ποτεφρώθηκαν τά κελλιά καί λοι ο λλοι χροι τς Μονς κτός πό τό Καθολικό.
Σύμφωνα μέ τόν ριστείδη . Παναγιωτάκη, ερά Μονή «τροφοδότησε τίς κάστοτε παναστάσεις μέ νδρες, μέ πολεμοφόδια καί τρό­φιμα. δ φούντωνε φλόγα τς λευθερίας· π’ δ ξεκινοσαν, μέ καινούρ­γιο μένος, ο πλαρχηγοί, καλόγηροι καί μή, γιά τήν πόκτησί της: τό 1828 κα­πετάν Συμεών, μοναχός. Τό 1889 καπετάν Μανασσς, μοναχός. Τό 1912 ερόθεος Πετράκις, εροδιάκονος, ο ωακείμ Δουλγε­ράκις καί ωαννίκιος Γρυ­ντάκις, μοναχοί (σ.σ.: Μακεδονομάχοι)».
Γύρω στά 1830 γούμενος τς Μονς Συμεών Καβάκης, κμεταλλευόμενος τήν πιό νεκτική στάση τς αγυπτιακς διοίκησης, κα­τάφερε νά πάρει δεια πισκευς το κατεστραμμένου μοναστηριο. πρίν πό τό 1637 μικρότερος ναός γκρεμίστηκε, κτός πό τό παλιό κω­δωνοστάσιο, καθώς κρίθηκε νεπαρκής γιά τίς λειτουργικές νάγκες τς Μονς, καί στη θέση του χτίστηκε σημερινός ναός το 1831, πως μαρτυρε ναθηματική πιγραφή, πού εναι ντειχισμένη στή βόρεια πλευρά το Καθολικο: «ΑΩΛΑ ΜΗΝΙ... ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ Ο ΝΑΟΣ ΟΥΤΟΣ ΑΝΕΥ ΤΟΥ ΚΑ­ΜΠΑ­ΝΑΡΙΟΥ ΕΞ ΙΔΙΑΣ ΔΑ­ΠΑΝΗΣ ΑΥΤΟΥ ΣΥΝΕΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗ(Σ) ΤΙΝΩΝ ΧΡΙ­ΣΤΙΑ­ΝΩΝ». Στό δύσκολο ατό ργο τς νοικοδομήσεως το νέου μεγα­λοπρεπέστερου Καθολικο τς Μονς συνέβαλε, κτός πό τόν γούμενο Συ­μεών καί δραστή­ριος ερομόναχος καί μετέπειτα γούμενος Χατζ Ματθαος Κιρμιζάκης. πα­ράδοση θέλει τόν Χατζ Ματθαο νά περιέρ­χεται τά χω­ριά, γιά νά συγκεντρώσει τά παιτούμενα ποσά τς νακατασκευς. Τά γκαίνια το νέου ναο γιναν στίς 25 Σεπτεμβρίου 1832 πό τόν πίσκοπο Λάμπης καί Σφακίων Νικόδημο. Στή συνέχεια χτίστηκαν καί τά λλα παραρτήματα τς Μονς (κελλιά, ποθκες, γουμενεο, κλπ).
πί τς γουμενίας το Χατζ Ματθαίου λαβε χώρα καί να ντυπωσιακό γεγονός, πού ποδηλώνει τή σχέση φιέρωσης καί φοσίωσης τν μοναχν πρός τή Μονή τς μετανοίας τους. Τό 1841 καί ο 25 τότε πατέρες τς Μονς μέ κοινό ποδεικτικό καί βεβαιωτικό γρμμα δωρίζουν λη τήν προσωπική τους περιουσία στήν ερά Μονή Προφήτη λία.
θνική προσφορά τς Μονς συνεχίστηκε καί κατά τήν πανάσταση το 1866. πως ναφέρει στά πομνημονεύματά του πλαρχηγός Χατζ Μι­χάλης Γιάνναρης, στίς ρχές Μαου το 1866 πιτροπή πό τήν γεσία το διου, πηγαίνοντας γιά το ρκάδι, φιλοξενή­θηκαν γιά δύο μέρες στην Μονή καί πό ατήν πέστειλαν πιστολές πρός τούς προκρίτους τν παρχιν γίου Βασιλείου καί μαρίου προσκαλντας τό λαό σέ συνάθροιση στή Μονή ρκαδίου. Κατά τήν πα­ραμονή του στό μοναστήρι, ργάνωσε πόσπασμα πό 30 νδρες μοναχούς καί ουστικιανούς, μέ ρχηγό τόν Φουντου­λομανώλη, προκειμένου μαζί μέ λλους καπεταναίους νά σπεύσουν πρός βοήθεια τν γωνιστν το ρκαδίου. ξιοσημείωτο εναι τι καί Μουσταφ Πασς, πρίν καί μετά τό λοκαύτωμα τς μαρτυρικς Μονς, διανυκτέρευσε στό Μοναστήρι το Προφήτη λία, σύμ­φωνα μέ τή μαρτυρία πού δωσε στόν πίσκοπο Τιμόθεο Βενέρη δελφός τς Μονς ρχιμ. γαθάγγελος Βερνάρδος, πού ταν τότε καλογεροπαίδι 12 τν.
πίσης, μερικές πηγές ναφέρουν τι Μονή το Προφήτη λία προσέ­φερε πηρεσίες περί­θαλψης σέ τραυματίες παναστάτες καί γινε νοσοκομεο πρώτων βοηθειν γιά τούς τραυματίες τς Μάχης το Βρύ­σινα, πού γινε στίς 3 κτωβρίου 1866. Στά τέλη το διου μνα πραγμα­τοποιήθηκε μιά συνέλευση τς παναστατικς πιτροπς εθύμνου στή Μονή Προφήτη λία.
Λόγ τς ντονης ατς δραστηριοποίησης τς Μονς στούς θνικούς γνες, τό 1877 ο Τορκοι ποχρέωσαν τόν Πα­τριάρχη ωακείμ Β΄ νά σκήσει πίεση στόν γούμενο, στε νά πέχει στό ξς πό κάθε παναστατική νέργεια. Παρά τίς πιέσεις, ερά Μονή δέν παψε νά πα­ρέχει κάθε δυνατή βοήθεια στούς παναστάτες γωνιστές, πού κτοτε γκαταστάθηκαν στό Μετόχι τς Μονς, τήν Παναγία τν Μυριοκεφά­λων, καί περίμεναν τήν πάντηση το Σουλτάνου στό ατημά τους γιά νωση τς Κρή­της μέ τήν λλάδα.
Τό 1881 Μονή το Προφήτη λία εχε 17 μοναχούς καί 15 ργαζομένους λαϊκούς στά μο­ναστηριακά κτήματα, σύμφωνα μέ τήν «Στα­τιστική το πληθυσμο τς Κρήτης», πού συνέταξε Σταυ­ράκης. ταν δηλαδή μία πό τίς μεγαλύτερες Μονές το νησιο τήν περίοδο κείνη.
Κατά τήν πανάσταση το 1896 ρχιμ. γαθάγγελος Βερνάρδος, διδάσκαλος, καί ο λοιποί δελφοί τς ερς Μονς ουστίκων ποφασίζουν λη οκονομική δυ­νατότητα το Προφήτη λία νά τεθε στή διάθεση τς πανάστασης. Μάλιστα πειδή δέν ταν δυνατόν νά παρκέσουν οτε τά εσοδήματα οτε τά χρήματα τς Μονς γιά ατές τίς δαπάνες, τό γουμενοσυμβούλιο μέ πόφασή του συνπτε κόμη καί δά­νεια πό διτες καί τσι νταπεξλθε μέχρι τό τέλος στίς νάγκες το πελευθερωτικο γνα τν Κρητν. γαθάγγελος πισκέφθηκε λα τά χωριά μέχρι καί τό ρκάδι μέ σκοπό νά ργανώσει καί νά γενικεύσει τήν πανάσταση. Πολυάριθμοι παναστάτες συγκεντρώθηκαν στό Μονα­στήρι καί φο γινε Παράκληση στό Καθολικό το Προφήτη λία, προ­μηθεύτηκαν τά ναγκαα φόδια καί ξεκίνησαν γιά τήν χυρή θέση στό χωριό Καλονύκτη, κοντά στή Μονή, που κολούθησε κρίσιμη μάχη μέ τούς Τούρ­κους.
Κατά τή διάρκεια τς τελευταίας δοκιμασίας τς χώρας μας (γερμα­νική Κατοχή) ο Πατέρες τς Μονς το Προφήτη λία, μέ κίνδυνο τς ζως τους, δια­φύλαξαν σέ κρύπτη το Μοναστηριο καί διέ­σωσαν τό πο­λύτιμο στορικό ρχεο Κρήτης, τό ποο μετέφερε προσωπικά Καθηγη­τής Ν. Τωμαδά­κης, συσκευα­σμένο σέ μεγάλα κιβώτια, καί τό παρέδωσε στόν κ ουστίκων γούμενο τς Μονς ρχιμανδρίτη ερόθεο Πετράκη.
Η συμβολή τς ερς Μονς Προφήτη λία στήν πνευματική καλλιέργεια τν εθυμνίων πρξε τεράστια. Κατά τήν παράδοση, στήν ποχή τς Τουρκο­κρατίας λειτουργοσε στό χρο τς Μονς τυπο σχολεο, στό ποο μάθαιναν τά στοιχειώδη γράμματα μικροί μαθητές τν κοντινν χωριν. Τό 1808 Μονή λαβε πατριαρχικό παινο γιά τή με­γάλη της χρηματική συνεισφορά πέρ τν σχολείων τς περιφέρειας εθύμνου. Στήν περίοδο τς αγυπτιοκρατίας ο ρχές πέτρεψαν τήν δρυση πολλν λληνικν σχολείων. Σημαντική συνεισφορά στίς δαπάνες για τη χρηματοδότηση τν σχολείων ατν εχαν τά κατά τόπους Μο­να­στήρια, μεταξύ τν ποίων και Μονή Προφήτη λία, πως προ­κύπτει καί πό σχετικό γγραφο το 1836. Τό 1864 Μονή διέθεσε να σημα­ντικό ποσό γιά τήν νέγερση παρθεναγωγείου στό έθυμνο. Δύο νέκδοτα πατριαρχικά γγραφα τς 26ης ουλίου 1861 καί τς 20ς πριλίου 1865 καταδεικνύουν τι Μονή βοηθοσε ταυτόχρονα τά σχολεα τς παρχίας καί τς Πόλης το εθύμνου. πίσης, ερά Μονή τν ουστίκων βοήθησε πολλούς φιλομαθες νέους στή συ­νέχιση τν σπουδν τους καί νέδειξε λόγιους γουμένους καί μοναχούς, πολλοί πό τούς ποίους πρξαν καί γενναοι γωνιστές.
Μετά τήν Τουρκοκρατία ερά Μονή νακαινίζεται κτιριακά καί παράλληλα νέοι νθρωποι ρχονται νά μονάσουν σ’ ατή. Ο πατέρες ατοί γίνονται συνεχιστές καί νσαρκωτές τς κληρονομις τν προηγού­μενων πατέρων. Τέλος, στίς ρχές το 20ο αινα τό μοναστήρι «ξήνθησε σεί κρίνον», μέ μοναχούς, ο ποοι μέ τή ζωή καί τό ργο τους σηματο­δότησαν καί σφράγισαν τήν πορεα του, μέ τελευταο τς παλαις φρουρς τόν Γέροντα Εμένιο Λαμπάκη, γούμενο τς Μονς πό τό 1963 ως τό 2005.
Σήμερα ερά Μονή Προφήτη λία ουστίκων παραμένει νδρα καί ριθμε 3 μοναχούς μέ γούμενο τόν ρχιμανδρίτη ωάννη Κουφουδάκη.
  
Πηγές καί βοηθήματα:
1.   Γ.Β. ντουράκη, «ΑΙ ΜΟΝΑΙ ΜΥΡΙΟΚΕΦΑΛΩΝ ΚΑΙ ΡΟΥΣΤΙ­ΚΩΝ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΑΥΤΩΝ», ΑΘΗΝΑΙ 1977.
2.   μμανουήλ Ζαμπετάκη, Δ.Φ., κπαιδευτικο συμβούλου, «Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΗΛΙΑ ΡΟΥΣΤΙΚΩΝ ΡΕΘΥΜΝΗΣ», νάτυπο κ το τεύχους ουλίου-Δεκεμβρίου 1973 το περιοδικο τς στορικς-λαογραφικς ταιρίας Νομο Λασιθίου «ΑΜΑΛ­ΘΕΙΑ».
3.   Κοσμ . Παυλάκη, «ΤΑ ΡΟΥΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ», ΑΘΗΝΑ 2004.
4.   ριστείδου . Παναγιωτάκη, «Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ - ΤΑ ΡΟΥΣΤΙΚΑ (ΗΘΗ-ΕΘΙΜΑ-ΕΟΡ­ΤΑΙ-ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ-ΙΣΤΟΡΙΑ)», ΑΘΗΝΑΙ 1972.
5.   Ν. Ψιλάκη, «ΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ-ΜΟΝΗ ΠΡΟ­ΦΗΤΗ ΗΛΙΑ ΡΟΥΣΤΙ­ΚΩΝ», κδ. Τράπεζας Κρήτης, ΑΘΗΝΑ 1986.
6.   πόστολου Ν. Μπουρνέλη, Δρος Θεολογίας ΑΠΘ, «Η ΟΡΘΟ­ΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕ­ΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ ΡΟΥΣΤΙΚΩΝ ΡΕΘΥΜΝΗΣ», ΡΕΘΥΜΝΟ 1995.
7.   Στέργιου Γ. Σπανάκη, «ΚΡΗΤΗ, β΄ τόμος: ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ-ΙΣΤΟΡΙΑ-ΑΡ­ΧΑΙΟΛΟΓΙΑ», ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ.
8.   Παναγιώτη Μαρεντάκη, Θεολόγου, «ΕΥΜΕΝΙΟΣ, Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ», ΧΑΝΙΑ 2007.