Κατ’ αρχάς, δεν είχα καμία αμφιβολία ότι θα επιβεβαιωνόμουν όταν έγραφα χθες, ανήμερα των εκλογών και πριν από το εκλογικό αποτέλεσμα: «... κάποιοι αδυνατούν να προσλάβουν τα μηνύματα των καιρών και των ανθρώπων. Αδυνατούν ή σκόπιμα αρνούνται να κατανοήσουν τα λάθη τους και να ζητήσουν συγγνώμη ειλικρινή και να διορθώσουν το βηματισμό τους. Η αμετανοησία και ο εγωισμός είναι τα πιο...
ειδεχθή χαρακτηριστικά για ένα δημόσιο πρόσωπο, για τον οποιονδήποτε στηρίζει την λειτουργία και την διακονία του στην επιλογή της λαϊκής ψήφου. Και τιμωρούνται αυστηρώς και δικαίως, τόσο από το Θεό όσο και από τους νουνεχείς ανθρώπους».
Η χθεσινή εμφάνιση του απερχόμενου Πρωθυπουργού κ. Τσίπρα, μετά την συντριπτική για τον ίδιο προσωπικά ετυμηγορία του κυρίαρχου ελληνικού λαού, επιβεβαίωσε δυστυχώς τους φόβους μου. Η αλαζονεία και η αυτοδικαίωση που χαρακτήρισαν το σύνολο της θητείας του κ. Τσίπρα ως Πρωθυπουργού της Ελλάδος δεν τον εγκατέλειψαν ούτε την ώρα μιας δεινής ήττας. Δεινή ήττα από ένα αντίπαλο που ο ίδιος και η προπαγάνδα του κόμματός του συστηματικά απαξίωναν ως «λίγο» έναντι του, υποτίθεται, «χαρισματικού» κ. Τσίπρα...
Ο όρος «χαρισματικός» στην πολιτική της Ελλάδος έχει κακοποιηθεί τόσο πολύ στην περίοδο της Μεταπολίτευσης που τείνει πλέον να καταστεί συνώνυμος του επιτήδειου πολιτικού απατεώνα και δημαγωγού. Αν αυτά είναι «χαρίσματα», δηλαδή το ψεύδος, η απάτη, ο εμπαιγμός και η καταδολίευση της λαϊκής βούλησης, τότε προσωπικά προτιμώ τους μη... «χαρισματικούς», που όμως έχουν συναίσθηση της δημόσιας ευθύνης και του καθήκοντος απέναντι στον λαό που εκπροσωπούν και του οποίου τις τύχες διαφεντεύουν. Δόξα τω Θεώ, και ο έμπειρος πια -μετά από τόση ταλαιπωρία και εξαπάτηση- λαός με τη χθεσινή του απόφαση έδειξε ότι γυρίζει σελίδα, αποδοκιμάζοντας αυτής της λογής τα «χαρίσματα» και τους φορείς τους και επιλέγοντας το δρόμο της σύνεσης, της σεμνότητας και του ουσιαστικού κοινωφελούς έργου.
Το αποτέλεσμα των χθεσινών εκλογών της Ελλάδος ήταν λοιπόν και βαθύτατα πνευματικό, εάν το κρίνουμε από θεολογικής πλευράς. Επιβεβαίωσε τον λόγο του Ευαγγελίου: «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται» (Λουκ. ιη΄ 14). Το ανησυχητικό για τον ίδιο και για τη χώρα είναι ότι ο κ. Τσίπρας δεν έδειξε να αντιλαμβάνεται τα αίτια της ήττας του, προσπαθώντας να «δικαιωθεί» για μία ακόμη φορά, λόγω του ποσοστού που τελικά κατάφερε να κρατήσει (αντιπαραβάλλοντάς το φυσικά με τα υποθετικά σενάρια που είχαν διαμορφωθεί βάσει δημοσκοπήσεων και όχι με πραγματικά εκλογικά αποτελέσματα...). Αυτή η αυτοδικαίωση ακόμη και την ώρα της ήττας δεν εμπνέει αισιοδοξία ότι ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του θα μετεξελιχθούν σε κάτι ώριμο και χρήσιμο για την Πατρίδα μας και το λαό μας. Αντιθέτως, προκαλεί έντονη ανησυχία για μία πορεία τυφλής και ακραίας αντιπολίτευσης με αποκλειστικό γνώμονα την μανία ανακατάληψης της εξουσίας, από την οποία ο λαός τους πέταξε έξω κλοτσηδόν.
Δεν είμαστε όμως στις δεκαετίες του 1980 ή του 1990, που ζούσαμε ακόμη με ψευδαισθήσεις και παραμύθια, και τέτοιες συμπεριφορές μπορούσαν να έχουν αντίκρισμα στο λαό και να τον ξεγελάσουν. Η δεκαετής κρίση και τα όσα διαδραματίστηκαν κατ’ αυτήν επιτάχυναν την υγιή ωρίμανση και μετεξέλιξη της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών, που πλέον αναζητούν ηγέτες με διάθεση για ουσιαστικό έργο και προσφορά και όχι για επικοινωνιακή διαχείριση των αποτυχιών τους. Γι’ αυτό και ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του, με όποια ονομασία και οργανωτική δομή, δεν θα μπορέσουν να ξεγελάσουν ξανά τους πολίτες, εάν τολμήσουν να επαναλάβουν τον κάκιστο και επικίνδυνο εαυτό τους, με τον οποίο κατάφεραν να εξαπατήσουν τους Έλληνες πριν από τεσσεράμισι χρόνια και να έλθουν στην εξουσία.
Άλλωστε, η παρουσία στη Βουλή και στον ενεργό δημόσιο βίο της χώρας του «Γιάνη με ένα ν», του αυθεντικότερου πλέον εκφραστή εκείνου του ακραίου τυχοδιωκτικού λαϊκισμού που έφερε τον κ. Τσίπρα στην εξουσία, περιορίζει αισθητά τις όποιες ελπίδες του τελευταίου ότι θα μπορέσει να επαναλάβει, προς όφελός του, το τραγικό και ολέθριο για την Ελλάδα παρελθόν του...