Η Μόσχα διασπά την Ορθοδοξία αλλά κατηγορεί για αυτό την Κωνσταντινούπολη – ανάλυση της διάσκεψης που έγινε στη Μόσχα


 

Του Ολεξάντρ Εφρεμένκο, θεολόγου

 

Πριν λίγες ημέρες η Ρωσική Εκκλησία πραγματοποίησε επιστημονική διάσκεψη εναντίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου με τίτλο: «Παγκόσμια Ορθοδοξία: Πρωτοκαθεδρία και καθολικότητα υπό το πρίσμα του ορθοδόξου δόγματος». Σε αυτήν συμμετείχαν ιεράρχες του Πατριαρχείου Μόσχας με επικεφαλής τον Πατριάρχη Κύριλλο (Γκουντιάγιεβ), ιερείς και θεολόγοι της Ρωσικής Εκκλησίας καθώς και υποστηρικτές της Ρωσικής Εκκλησίας από άλλες Τοπικές Εκκλησίες. 

Οι ομιλίες των συμμετεχόντων δεν έχουν δημοσιοποιηθεί, ωστόσο από τα δελτία τύπου του Πατριαρχείου Μόσχας γίνεται κατανοητό ότι επιχείρησαν να αμαυρώσουν το όνομα του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης συνολικά εξαιτίας της παραχώρησης του Τόμου Αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας.

Για το θέμα και το σκοπό της εκδήλωσης ενημέρωσε -κατά τη διάρκεια της ομιλίας του- ο επικεφαλής της Ρωσικής Εκκλησίας Κύριλλος (Γκουντιάγιεβ). Η ομιλία του στο ξεκίνημα της διάσκεψης ήταν γεμάτη από χειραγώγηση, διαστρέβλωση στοιχείων και μια σειρά από αμφιλεγόμενες απόψεις για την παραχώρηση της αυτοκεφαλίας και τον ουκρανικό εκκλησιαστικό διχασμό. Ας εξετάσουμε τα πιο κραυγαλέα σημεία.


Οι πραγματικοί λόγοι της διάσκεψης

Ξεκινώντας την ανάλυση της τοποθέτησης που έκανε ο Γκουντιάγιεβ, αξίζει να δοθεί απάντηση σε ένα σημαντικό ερώτημα: Ποιά ήταν η χρησιμότητα αυτής της διάσκεψης για το Πατριαρχείο Μόσχας; Όπως γίνεται κατανοητό από την ομιλία του Γκουντιάγιεβ, αυτή η εκδήλωση είναι κατά κάποιον τρόπο η προετοιμασία για την μελλοντική αρχιερατική Σύνοδο της Ρωσικής Εκκλησίας, η οποία αναμένεται να πραγματοποιηθεί τον ερχόμενο Νοέμβριο. Στη διάσκεψη προετοιμάζονταν η απαραίτητη νομικο-θρησκευτική βάση για τις μελλοντικές αποφάσεις της Συνόδου.

Η Γκουντιάγιεβ δήλωσε σχετικά με αυτό: «Ειδικά θα ήθελα να επισημάνω την σημασία αυτής της διάσκεψης, διότι η επικείμενη Αρχιερατική Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας θα δώσει μια εκτίμηση σε αυτά που τώρα παρακολουθούμε στον ορθόδοξο κόσμο και -αν αυτό θα είναι αρεστό στο Άγιο Πνεύμα και στους αρχιερείς που θα συγκεντρωθούν- θα λάβει απόφαση σχετικά με τις θέσεις της Εκκλησίας μας σχετικά με τις πράξεις της Κωνσταντινούπολης».

Αυτές τις προθέσεις επιβεβαίωσε και ο στενός συνεργάτης του Κύριλλου, επικεφαλής του Τμήματος εξωτερικών σχέσεων Μητροπολίτης Ιλαρίων (Αλφέεβ). Σύμφωνα με τα λόγια του, τα αποτελέσματα της διάσκεψης θα αξιοποιηθούν στην προαναγγελθείσα σύνοδο επισκόπων της Ρωσικής Εκκλησίας. 

Δεν είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς ότι αυτές οι αποφάσεις θα στοχεύουν ενάντια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο οποίο οι μετέχοντες της Συνόδου θα επιχειρήσουν να προσάψουν την κατηγορία της αίρεσης. Σχετικά με πτυχές αυτών των αποφάσεων μίλησε ο Κύριλλος (Γκουντιάγιεβ). Θα σταθούμε σε ορισμένες απ’ αυτές και θα προσπαθήσουμε να τις σχολιάσουμε χρησιμοποιώντας τα δεδομένα που έχουμε από ανοιχτές πηγές.


Η Μόσχα «τρομοκρατεί» με νέο 1054

Το πρώτο πράγμα που παρατηρείται, και για το οποίο μίλησαν σχεδόν όλοι όσοι έλαβαν μέρος στη διάσκεψη, είναι το ζήτημα του σχίσματος στην παγκόσμια ορθοδοξία. Έτσι, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Κύριλλου, σήμερα στην ορθοδοξία εξαιτίας «πολιτικής επιρροής» λαμβάνει χώρα η προσπάθεια «να σπείρουν διχασμό και έχθρα ανάμεσα στους λαούς και τις Εκκλησίες» με στόχο να χωρίσει «την ελληνική ορθοδοξία, τη μεσογειακή ορθοδοξία από την σλαβική ορθοδοξία και πρωτίστως από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία». Σύμφωνα με την άποψη του Γκουντιάγιεβ, αυτές οι προσπάθειες έχουν ως στόχο «να αναπαράξουν το μοντέλο του σχίσματος του 1054 και με αυτό τον τρόπο να αποδυναμώσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία».

Παρεμπιπτόντως «το Μεγάλο σχίσμα του 1054» είναι μια από τις αγαπημένες συγκρίσεις που χρησιμοποιούν τα φερέφωνα του Πατριαρχείου Μόσχας και του παραρτήματός του στην Ουκρανία. Επαναλαμβάνουν αυτή τη σύγκριση σαν ξόρκι, όποτε έχουν την ευκαιρία, με στόχο να τρομοκρατήσουν τους πιστούς τους, βασιζόμενοι στην άγνοια της εκκλησιαστικής ιστορίας και των Εκκλησιαστικών Κανόνων.

Αξίζει να θυμίσουμε ότι ο διαχωρισμός σε Ανατολική και Δυτική Εκκλησία είχε μια σειρά από αιτίες, θεολογικές, Εκκλησιαστικών κανόνων, Λειτουργίας κ.ά. Το σημερινό ζήτημα δεν έχει δογματικό υπόβαθρο. Καθώς το θέμα της Αυτοκεφαλίας και της παραχώρησής της δεν εμπεριέχει κάποιο ιδιαίτερο θεολογικό χρωματισμό αλλά έχει περισσότερο διοικητικό χαρακτήρα. Αν ανήκε πραγματικά στην κατηγορία του δόγματος της Εκκλησίας, είναι απολύτως φυσικό και αντικειμενικό ότι σήμερα δεν θα υπήρχαν 15 Τοπικές Εκκλησίες και γενικά σήμερα θα είχαμε ένα εντελώς διαφορετικό εκκλησιαστικό σύστημα.

Το σχίσμα του 1054 ήταν το αποτέλεσμα μιας μακράς διαμάχης για την εξουσία στην Εκκλησία μεταξύ της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο, οι παρεξηγήσεις εκείνης της εποχής δεν μπορούν να συγκριθούν με τις σημερινές. Οι δηλώσεις του Πατριαρχείου Μόσχας σχετικά με τις «παπικές αξιώσεις της Κωνσταντινούπολης» είναι αβάσιμες. Αυτό επιβεβαιώνεται από την πρόσφατη ομιλία του Πατριάρχη Βαρθολομαίου μετά από επίσημη συνάντηση στη Μονή του Αγίου Μιχαήλ στην πρωτεύουσα της Ουκρανίας.

Τότε ο πατριάρχης δήλωσε ξεκάθαρα και κατηγορηματικά ότι η Κωνσταντινούπολη δεν χρησιμοποίησε ποτέ τα προνόμια που του δόθηκαν για προσωπικό του συμφέρον.  Ας θυμηθούμε τα λόγια του Παναγιωτάτου: «Η ιστορία είναι ένας αξιόπιστος και αλάθητος μάρτυρας της αλήθειας και της πραγματικότητας. Από την αρχή, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν ένας αξιόπιστος φύλακας του καλού της Εκκλησίας και παρόλο που σε περιόδους ακμής και αριθμητικής υπεροχής μπορούσε να εισαγάγει και να καθιερώσει την πυραμιδική μορφή στη διοίκηση της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, απέρριψε αυτήν την ιδέα μετά βδελυγμίας και δεν παρέκκλινε από την καθιερωμένη Εκκλησιολογία ούτε από το -αγιασμένο από τις Συνόδους- «σύστημα της Πενταρχίας».

Με αυτό τον τρόπο καθίσταται σαφές ότι η Κωνσταντινούπολη υπό το ωμοφόριο του Πατριάρχη Βαρθολομαίου διατηρεί τους Κανόνες και την ιστορική παράδοση, στις οποίες και δομείται η ζωή της Ορθοδοξίας, δηλαδή την συνοδικότητα. Αυτά βέβαια τα λόγια της Κεφαλής του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν εισακούστηκαν από εκείνους που έγραφαν τον λόγο του Κύριλλου (Γκουντιάγιεβ).


Η Μόσχα οδηγείται μόνη της στην απομόνωση

Μια άλλη ένσταση για το «καινούργιο μεγάλο σχίσμα» είναι η ίδια η κατάσταση στην παγκόσμια Ορθοδοξία. Άλλωστε, μέχρι στιγμής καμία από τις Τοπικές Εκκλησίες δεν έχει διακόψει την προσευχητική ή οποιαδήποτε άλλη κοινωνία με την Κωνσταντινούπολη, εκτός από τη Ρωσική Εκκλησία. Ακόμα και οι Εκκλησίες που υποτίθεται ότι συμπαθούν τη Μόσχα δεν προχώρησαν σε ένα τόσο ακραίο βήμα. Ναι, ορισμένες Εκκλησίες δεν έχουν ακόμα αναγνωρίσει την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία αλλά κανείς δεν έχει έρθει σε σύγκρουση με την Κωνσταντινούπολη. Και βέβαια αξίζει να θυμηθούμε ότι μέχρι στιγμής οι περισσότερες Τοπικές Εκκλησίες δεν έχουν αναγνωρίσει την αυτοκεφαλία της Αμερικανικής Εκκλησίας, την οποία παραχώρησε η Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας στα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Με αυτή την αφορμή δεν υπήρξε κανένα «μεγάλο σχίσμα» και η Μόσχα δεν θέλει να το θυμάται και πολύ. 

Επί του παρόντος, η μόνη Εκκλησία που έχει διακόψει μονομερώς την κοινωνία της με την Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια, την Ελλάδα και την Κύπρο είναι το Πατριαρχείο Μόσχας. Προφανώς εκείνο είναι ο ένοχος αυτού του υποτιθέμενου «σχίσματος», το οποίο ουσιαστικά έχει ήδη προκαλέσει. Τώρα το Πατριαρχείο Μόσχας προσπαθεί να εμπλέξει άλλες Τοπικές Εκκλησίες σε αυτό, υπό το πρόσχημα της μάχης για την αγνότητα της Ορθοδοξίας. Κατά ένα περίεργο τρόπο, η Μόσχα προκαλεί το σχίσμα, αλλά κατηγορεί την Κωνσταντινούπολη για αυτό. Ωστόσο, τέτοιες τακτικές δεν είναι καινούργιες για τη Μονή Ντανίλοφ.

Απόδειξη για αυτό είναι ένα άλλο κομμάτι της ομιλίας του Κύριλλου, στο οποίο κατηγορεί την Κωνσταντινούπολη για την ακύρωση της εξέτασης του ζητήματος της παραχώρησης αυτοκεφαλίας, που αναμενόταν να τεθεί στην Πανορθόδοξη Σύνοδο που έγινε το 2016 στην Κρήτη. Σύμφωνα με τα λόγια του Κύριλλου, το έγγραφο που ρυθμίζει την χορήγηση αυτοκεφαλίας είχε εγκριθεί από τις επιτροπές στο στάδιο της προετοιμασίας στο Chambézy, αλλά «κατόπιν αιτήματος του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, το θέμα της αυτοκεφαλίας αφαιρέθηκε από τη συζήτηση». Με αυτό τον τρόπο κατηγόρησε την Κωνσταντινούπολη ως υπεύθυνη για την αποτυχία της εξέτασης αυτού του σημαντικού ζητήματος.


Τα τεχνάσματα πριν τη Σύνοδο της Κρήτης

Ωστόσο, πρόκειται καθαρά για συκοφαντίες. Άλλωστε, ο επικεφαλής του Πατριαρχείου Μόσχας σκόπιμα υποκρίνεται και δεν εξηγεί τι είχε προκαλέσει αυτή τη στάση της Κωνσταντινούπολης. Για να φωτίσουμε αυτό το ζήτημα, αξίζει να αναφέρουμε τη συνέντευξη του 2016 του ιεράρχη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, επισκόπου Ιώβ (Γκέτσα), στην ενημερωτική ιστοσελίδα RISU. Σε αυτή, μίλησε λεπτομερώς για τους λόγους που αφαιρέθηκε το θέμα της αυτοκεφαλίας από την ημερήσια διάταξη της Συνόδου.

Έτσι, σύμφωνα με τα λόγια του επισκόπου Ιώβ αυτό το θέμα αφαιρέθηκε εξαιτίας της στάσης του Πατριαρχείου Μόσχας, το οποίο κάθε φορά έθετε νέα αιτήματα και δεν δεχόταν να συμφωνήσει σε συγκεκριμένα διαδικαστικά ζητήματα. Έτσι στην αρχή το Πατριαρχείο Μόσχας δεν ήταν ικανοποιημένο με την ανακήρυξη της αυτοκεφαλίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. «Η Κωνσταντινούπολη δεν μπορεί από μόνη της να παραχωρήσει αυτοκεφαλία. Πρέπει να προστεθεί ότι για την παραχώρηση της αυτοκεφαλίας πρέπει να υπάρχει συμφωνία και αίτημα από την Εκκλησία από την οποία κάποιο τμήμα θέλει να λάβει την αυτοκεφαλία» απαιτούσαν οι εκπρόσωποι της Ρωσικής Εκκλησίας. Ο επίσκοπος επισημαίνει ότι τότε «το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης έκανε συμβιβασμό και συμφώνησε ότι η Κωνσταντινούπολη μπορεί να δώσει αυτοκεφαλία μόνο με τη συμφωνία και έπειτα από αίτημα της Εκκλησίας, στην οποία βρίσκεται αυτό το τμήμα».

Παρά τον συμβιβασμό οι αιτιάσεις εκ μέρους της Ρωσικής Εκκλησίας δεν σταμάτησαν και δεν τους ικανοποιούσε πλέον η διαδικασία υπογραφής του Τόμου. Σύμφωνα με τον Ιώβ, αρχικά τον Τόμο έπρεπε να υπογράψει μονάχα ο Οικουμενικός Πατριάρχης αλλά οι εκπρόσωποι της Ρωσικής Εκκλησίας θέλησαν να τον υπογράφουν «όλοι οι προκαθήμενοι των Τοπικών Εκκλησιών. Επειδή πρέπει να είναι σύμφωνοι, να αναγνωρίζουν αυτή τη νέα Εκκλησία». Ξανά το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης δέχθηκε να πάει σε συμβιβασμό και είπε: «Καλώς. Θα υπογράφουν τον Τόμο όλοι οι προκαθήμενοι των Τοπικών Εκκλησιών».

Έπειτα η Μόσχα δεν ήταν ικανοποιημένη από τις ίδιες τις υπογραφές. «Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης υπογράφει τον Τόμο με τη λέξη “Αποφαίνεται” και οι άλλοι προκαθήμενοι -όπως νωρίτερα τα μέλη της Συνόδου- βάζουν στη συνέχεια την υπογραφή τους με τη σειρά των ορθοδόξων διπτύχων» ανέφερε ο επίσκοπος Ιώβ. Αλλά ούτε αυτό δεν άρεσε στη Ρωσική Εκκλησία και αυτοί έθεσαν και άλλο όρο, σύμφωνα με τον οποίο οι άλλοι Πατριάρχες επίσης μπορούν να προσθέσουν κάποια λέξη μετά την υπογραφή τους.

Σύμφωνα με τα λόγια του ιεράρχη «η Κωνσταντινούπολη ξανά πήγε σε συμβιβασμό. Και είπε «τότε ας το κάνουμε έτσι: Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης υπογράφει και τοποθετεί τη λέξη “Αποφαίνεται” και οι υπόλοιποι Πατριάρχες υπογράφουν και βάζουν τη λέξη “Συναποφαίνεται” – κατά την αρχή της Θείας Λειτουργίας». Καθώς όταν τελείται Θεία Λειτουργία τότε πάντα εκείνος λειτουργεί πρώτος, τον οποίον θεωρούμε ως πρωτοστάτη στη Λειτουργία, και οι υπόλοιποι συλλειτουργούν.  

Ωστόσο και αυτή η μια λέξη δεν ικανοποίησε το Πατριαρχείο Μόσχας, και θέλησαν ο κάθε Προκαθήμενος να υπέγραφε με τη λέξη «Αποφαίνεται». Και αυτό δεν το δέχθηκε η Κωνσταντινούπολη. Όπως εξηγεί ο επίσκοπος, αιτία της διαφωνίας «δεν είχε να κάνει με λόγους τιμής ή πολιτικής. Αλλά επειδή αυτό είναι παράλογο και λάθος. Ένας άνθρωπος μπορεί να αποφαίνεται και οι υπόλοιποι να συναποφαίνονται μαζί του. Δεν μπορεί ο καθένας να αποφαίνεται από μόνος του».

Από αυτή τη συνέντευξη του επισκόπου Ιώβ φαίνεται καθαρά με ποιανού την υπαιτιότητα το θέμα της αυτοκεφαλίας δεν συμπεριλήφθηκε σε αυτά που συζητήθηκαν στη Σύνοδο της Κρήτης. Είναι προφανές ότι το εμπόδιο ήταν η υπονομευτική στάση της Ρωσικής Εκκλησίας. Όλη αυτή η διαμάχη με τα διάφορα αιτήματα μαρτυρά το γεγονός ότι έκαναν ό,τι περνούσε από τα χέρια τους προκειμένου να εμποδίσουν τη συζήτηση αυτού του θέματος. Δεν αποκλείεται πως ακόμα και αν είχαν γίνει δεκτά όλα τα αιτήματά τους ότι δεν θα έθεταν άλλα τόσα, ακόμα πιο παράλογα.

Στόχος τους ήταν να δοκιμάσουν την υπομονή της Κωνσταντινούπολης και να κάνουν ό,τι μπορούν για να την εξαντλήσουν. Ώστε αρχικά να υπονομεύσουν την εξέταση αυτού του θέματος και στη συνέχεια να κατηγορήσουν την Κωνσταντινούπολη για αυτό. Κάτι που έκανε εν τέλει ο Γκουντιάγιεβ κατά την ομιλία του στην πρόσφατη διάσκεψη. 

Αποσιωπώντας την ξεκάθαρη ευθύνη του στην αποτυχία του θέματος της αυτοκεφαλίας, ο επικεφαλής της Ρωσικής Εκκλησίας συνέχισε την ομιλία του λέγοντας ότι ακυρώνοντας όλες τις προηγούμενες συμφωνίες «ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης δήλωσε για το δήθεν ληφθέν από τους Αποστόλους δικαίωμα μονομερώς, χωρίς τη συμφωνία άλλων Τοπικών Εκκλησιών, να παραχωρεί την αυτοκεφαλία σε όποιον θελήσει». Αυτός ο ισχυρισμός είναι ακόμα περισσότερο υποκριτικός και προκλητικός ακόμα και από τον προηγούμενο. 


Δύο μέτρα και δύο σταθμά θέλει ο Κύριλλος

Καθώς είναι απολύτως λογικό ότι αφού δεν συμφωνήθηκε το σχετικό έγγραφο για την παραχώρηση της αυτοκεφαλίας, η διαδικασία παραμένει η ίδια, η οποία ίσχυε πριν τη Σύνοδο της Κρήτης. Αξίζει να θυμίσουμε στον Γκουντιάγιεβ ότι βάση αυτής η Μητρόπολη της Μόσχας έγινε Πατριαρχείο το 1589. Και βάση αυτής έγιναν και οι άλλες Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Άρα το να αρνείται το δικαίωμα της Κωνσταντινούπολης να εκχωρεί αυτοκέφαλο είναι σαν να αρνείται τη δική της αυτοκέφαλη Εκκλησία. Δηλαδή σαν να κόβει κάποιος το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται. Ωστόσο αυτό είναι κάτι που ελάχιστα ενδιαφέρει τον Κύριλλο και τους υφισταμένους του καθώς για αυτούς, όταν η συζήτηση φτάνει στο Πατριαρχείο Μόσχας, οι Εκκλησιαστικοί κανόνες δεν έχουν και τόσο μεγάλη σημασία. 

Στη συνέχεια ο Γουντιάγιεβ μίλησε για αίρεση, για σχισματικούς, εξήρε το παράρτημά του στην Ουκρανία, και -τι έκπληξη- έδειξε την άγνοιά του ως προς τους Εκκλησιαστικούς Κανόνες. «Βεβαίως οι Εκκλησιαστικοί κανόνες δίνουν ολοκληρωμένες απαντήσεις. Αλλά πως να χρησιμοποιηθούν αυτοί οι Κανόνες στην πράξη; Τι επακριβώς σημαίνουν στη τωρινή κατάσταση; Που είναι τα όρια της οικονομίας και που αρχίζει η ακρίβεια; Ελπίζω οι μετέχοντες αυτής της διάσκεψης θα στοχαστούν και πάνω σε αυτό το θέμα» είπε η Κεφαλή της Ρωσικής Εκκλησίας.

Με αυτό τον τρόπο η έκθεση του Κύριλλου είναι ένα ξεκάθαρο ψέμα και όλη η διάσκεψη έγινε μόνο για την αναζήτηση του τρόπου καταστρατήγησης των θρησκευτικών κανόνων με σκοπό την καταδίκη της Κωνσταντινούπολης και την δικαιολογία προσωπικών ματαιοδοξιών. Πιθανότατα οι αποφάσεις έχουν ήδη ληφθεί και αναμένεται μονάχα η διατύπωσή τους. Αξίζει να αναφερθεί ότι αυτή η διάσκεψη είναι μονάχα η αρχή και πολύ σύντομα ανάλογη εκδήλωση θα πραγματοποιήσει το υποκατάστημα του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ουκρανία. Ήδη μπορούμε να πούμε ότι θα έχει το ίδιο θέμα.

Ωστόσο όλες αυτές οι προσπάθειες της Μόσχας να διασπάσουν την οικουμενική Ορθοδοξία είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Καθώς είναι προφανές ότι καμία από τις Τοπικές Εκκλησίες δεν θα συμμετάσχει σε έναν τέτοιο τυχοδιωκτισμό. Για αυτό, το Πατριαρχείο Μόσχας, λαμβάνοντας οποιεσδήποτε αποφάσεις στην επικείμενη Σύνοδο κινδυνεύει να βρεθεί σε πλήρη απομόνωση ως Εκκλησία. Με τις πράξεις τους μόνοι τους υπογράφουν την καταδίκη τους και έχουν όλες τις ευκαιρίες να γραφτούν στην ιστορία ως οι εμπνευστές του ψευδο-μοσχοβίτικου σχίσματος. 

 

 

Ο θεολόγος, ειδικός εκκλησιαστικός αναλυτής Ολεξάντρ Εφρεμένκο

 

 

  

Πηγή: Πνευματικό Μέτωπο Ουκρανίας