Αλεξανδρείας Θεόδωρος προς Μόσχας Κύριλλο: «Ανακαλέστε τον Κλιν Λεωνίδα αλλιώς θα καθαιρεθεί»


 

Μήνυμα Πατριάρχη Αλεξανδρείας στον Πατριάρχη Μόσχας για άμεση ανάκληση του διορισμού του «Εξάρχου» στην Αφρική

 

Επιστολή αναφορικά με το φλέγον ζήτημα της εισπηδήσεως του Πατριαρχείου Μόσχας στην δικαιοδοσία του Παλαιφάτου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας με την ίδρυση Εξαρχίας στην Αφρική, απέστειλε στον Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ.κ. Κύριλλο ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ.κ. Θεόδωρος Β’.

Στην επιστολή του ο Αλεξανδρινός Προκαθήμενος καλεί τον Πατριάρχη Μόσχας να ανακαλέσει άμεσα τον διορισμό του δήθεν -όπως τον αποκαλεί- «Εξάρχου» Μητροπολίτη Κλιν κ. Λεωνίδα, γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα του επιβληθεί η ποινή της καθαιρέσεως.

Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας, μεταξύ άλλων, αναφέρει:

«Ἐν προσευχητικῇ καὶ ἐμπόνῳ σιωπῇ ἄχρι τοῦδε ἀνεχόμεθα, κατ’ ἄκραν συγκατάβασιν, τὴν ἀποφασισθεῖσαν ἀλλὰ κανονικῶς καὶ ἐκκλησιολογικῶς ἀνυπόστατον, δημιουργίαν «Ἐξαρχίας» ἐν τῇ ἐπικρατείᾳ τῆς ποιμαντικῆς εὐθύνης τοῦ ἡμετέρου Πρεσβυγενοῦς Πατριαρχείου, ἀναμένοντες τὴν ἀνάκλησιν τῆς ἀναδέλφου καὶ πάντῃ ἀντικανονικῆς αὕτης ἀποφάσεως, μὴ προβαίνοντες εἰς τὴν ἐπιβολὴν οἱουδήτινος ἐκκλησιαστικοῦ ἐπιτιμίου εἰς τὸν Μητροπολίτην Κλὶν καὶ μηδέποτε «Ἔξαρχον» Ἀφρικῆς κ. Λεωνίδην. Ἀλλ, ὅμως ἵνα μὴ τὸ κακὸν ἀθεράπευτον γένηται καὶ ἡ πυορροοῦσα πλήγη σεσηπυῖα καταστῇ καλοῦμεν τὴν Ὑμετέραν φίλην Μακαριότητα εἰς ἄμεσον ἀνάκλησιν τοῦ ἐξονομασθέντος δῆθεν «Ἐξάρχου» καὶ ἄρσιν τοῦ σχετικοῦ διορισμοῦ αὐτοῦ. Ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει θέλομεν καθυποβάλλει αὐτῷ εἰς τὴν ποινὴν τῆς καθαιρέσεως ἐκ τοῦ ὑψηλοῦ ὑπουργήματος τῆς Ἀρχιερωσύνης, ὡς οἱ θεῖοι καὶ ἱεροὶ κανόνες διακελεύονται (ἐπὶ παραδείγματι 8/Α΄, 12/Δ΄ κ. ἄ.).»

Παράληλλα, σε άλλο σημείο και αναφερόμενος στο ζήτημα της ανακήρυξης της Αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της Ουκρανίας από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο υπογραμμίζει ότι η Εκκλησία της Ρωσίας, «ὡς προκύπτει ἐκ τῶν ἱδρυτικῶν καὶ καταστατικῶν αὐτῆς κειμένων, οὐδεμίαν δικαιοδοσίαν ἀνωτάτου δικαστικοῦ ὀργάνου κέκτηται ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ καὶ ὡς ἐκ τοῦτου οὐδόλως δύναται κρίνειν καὶ κατακρίνειν τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην καὶ τοὺς λοιποὺς Πατριάρχας. Τοὐναντίον, ὡς διαλαβάνει τὸ σχετικὸν Συνοδικὸν Χρυσόβουλον τοῦ ἔτους 1590 πρὸς τὴν Ὕμετέραν Ἐκκλησίαν ὁ Πατριάρχης τῆς Ρωσσίας «κεφαλὴν καὶ ἀρχὴν ἔχ[ει] αὐτὸς τὸν Ἀποστολικὸν Θρόνον τῆς τοῦ Κωνσταντίνου Πόλεως ὡς καὶ οἱ ἄλλοι Πατριάρχαι».

Αναλυτικά, η επιστολή του Πατριάρχη Αλεξανδρείας κ.κ. Θεοδώρου Β’ αναφέρει τα εξής:

 

ΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ Α.Θ.Μ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΝ ΡΩΣΣΙΑΣ

 

Ἀριθμ. Πρωτ. 38/2022

 

Μακαριώτατε Πατριάρχα Mόσχας καὶ πάσης Ρωσσίας, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ λίαν ἀγαπητὲ καὶ περιπόθητε ἀδελφὲ καὶ συλλειτουργὲ τῆς ἡμῶν Μετριότητος κύριε Κύριλλε, τὴν Ὑμετέραν σεβασμίαν Μακαριότητα ἀδελφικῶς ἐν Κυρίῳ κατασπαζόμενοι, ὑπερήδιστα προσαγορεύομεν.

Ἐν καρδίᾳ βαρυαλγούσῃ καὶ ἀθυμίᾳ πολλῇ ἐπικοινωνοῦμεν μετὰ τῆς φιλτάτης ἡμῖν Μακαριότητος οὐ μόνον ἐξ ἀφορμῆς τῶν πρότριτα ληφθεισῶν, ὅλως ἀντικανονικῶν καὶ παρὰ πᾶσαν ἔννοιαν ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, ἀποφάσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας περὶ ἱδρύσεως «Ἐξαρχίας» ἐν τῷ κανονικῷ ἐδάφει τοῦ Παλαιφάτου Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, ἀλλὰ τῆς ἤδη συντελεσθείσης τοποθετήσεως τοῦ οὕτω λεγομένου «Ἐξάρχου» Ὑμῶν, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κλὶν κ. Λεωνίδου, ὅστις μάλιστα καὶ ἀπέστειλεν ἀντιμήνσια ὑπογεγραμμένα ὑπ’ αὐτοῦ εἰς ἐνίας Ἐκκλησιαστικὰς Κοινότητας, αἵτινες ἀτυχῶς παρεσύρθησαν εἰς ἀτραποὺς στραγγαλιὰς καὶ ὕδατα ὑφαλώδη μακρὰν τῶν κανονικῶν αὐτῶν Ποιμένων.

Σημειωθήτω δ’ ἐνταῦθα, ὅτι αἱ ληφθεῖσαι ὑπὸ τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας, ἀποφάσεις περὶ ἀνακηρύξεως τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, τῆς τὲ ἡμετέρας Μετριότητος ὡς καὶ πάντων τῶν ἁγίων Ἀδελφῶν τῶν ἀποδεχομένων τὴν Αὐτοκέφαλον ἀξίαν καὶ περιωπὴν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, ὡς σχισματικῶν, προφανῶς, στεροῦνται σοβαρότητος, πολλῷ δὲ μᾶλλον, κανονικῆς ὑποστάσεως. Ἡ ἁγιωτάτη Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας, ὡς προκύπτει ἐκ τῶν ἱδρυτικῶν καὶ καταστατικῶν αὐτῆς κειμένων, οὐδεμίαν δικαιοδοσίαν ἀνωτάτου δικαστικοῦ ὀργάνου κέκτηται ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ καὶ ὡς ἐκ τοῦτου οὐδόλως δύναται κρίνειν καὶ κατακρίνειν τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην καὶ τοὺς λοιποὺς Πατριάρχας. Τοὐναντίον, ὡς διαλαβάνει τὸ σχετικὸν Συνοδικὸν Χρυσόβουλον τοῦ ἔτους 1590 πρὸς τὴν Ὕμετέραν Ἐκκλησίαν ὁ Πατριάρχης τῆς Ρωσσίας «κεφαλὴν καὶ ἀρχὴν ἔχ[ει] αὐτὸς τὸν Ἀποστολικὸν Θρόνον τῆς τοῦ Κωνσταντίνου Πόλεως ὡς καὶ οἱ ἄλλοι Πατριάρχαι», (Κ. Δελικάνη, Τὰ ἐν τοῖς κώδιξι τοῦ Πατρ. Ἀρχειοφυλακείου ἐπίσημα Ἐκκλησιαστικὰ Ἔγγραφα, τ. 3, σ. 25, Ἐν Κων/πόλει 1905).

Ὅθεν, στοιχοῦντες ἀπαρεγκλίτως τῇ ἀστασιάστῳ καὶ καθηγιασμένῃ Παραδόσει καὶ Πράξει τῆς ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας προσεφύγομεν τῷ Παναγιωτάτῳ Οἰκουμενικῷ Πατριάρχῃ πρὸς μείζονα ἀρωγὴν καὶ διευθέτησιν τῆς προκληθείσης κανονικῆς αὕτης ἀνωμαλίας καθότι «αἱ ὑποθέσεις πᾶσαι τῶν Ἐκκλησιῶν εἰς τὸν Κωνσταντινουπόλεως Θρόνον ἀναφέρονται καὶ παρ’ αὐτοῦ τὰς ἀποφάσεις λαμβάνουσιν, ὡς τὰ πρωτεῖα κατὰ τοὺς Κανόνας ἔχοντος τῆς παλαιᾶς Ρώμης. Εἰ δὲ τυχὸν συναινοῦσι καὶ οἱ λοιποὶ Πατριάρχαι, εἰ τυχὸν εἴη μείζων ἡ ὑπόθεσις, ἀμετάβλητος ἔσται ἡ ἐξενεχθεῖσα ἀπόφασις», (Μ. Ι. Γεδεών, ΚΑΝΟΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, Ἐκ τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπογραφείου, Κων/πολις 1888, τ. 1, σ. 351), ὡς διαλαμβάνει ὁ Συνοδικὸς Τόμος τῶν τεσσάρων Πατριαρχῶν ἐν ἔτει 1663ῳ πρὸς τὴν ἁγιωτάτην Ἐκκλησίαν τῆς Ρωσσίας καὶ ὡς ἐκ τούτου κάλλιον παντὸς ἑτέρου οἶδε αὕτη.

Ἐν προσευχητικῇ καὶ ἐμπόνῳ σιωπῇ ἄχρι τοῦδε ἀνεχόμεθα, κατ’ ἄκραν συγκατάβασιν, τὴν ἀποφασισθεῖσαν ἀλλὰ κανονικῶς καὶ ἐκκλησιολογικῶς ἀνυπόστατον, δημιουργίαν «Ἐξαρχίας» ἐν τῇ ἐπικρατείᾳ τῆς ποιμαντικῆς εὐθύνης τοῦ ἡμετέρου Πρεσβυγενοῦς Πατριαρχείου, ἀναμένοντες τὴν ἀνάκλησιν τῆς ἀναδέλφου καὶ πάντῃ ἀντικανονικῆς αὕτης ἀποφάσεως, μὴ προβαίνοντες εἰς τὴν ἐπιβολὴν οἱουδήτινος ἐκκλησιαστικοῦ ἐπιτιμίου εἰς τὸν Μητροπολίτην Κλὶν καὶ μηδέποτε «Ἔξαρχον» Ἀφρικῆς κ. Λεωνίδην. Ἀλλ, ὅμως ἵνα μὴ τὸ κακὸν ἀθεράπευτον γένηται καὶ ἡ πυορροοῦσα πλήγη σεσηπυῖα καταστῇ καλοῦμεν τὴν Ὑμετέραν φίλην Μακαριότητα εἰς ἄμεσον ἀνάκλησιν τοῦ ἐξονομασθέντος δῆθεν «Ἐξάρχου» καὶ ἄρσιν τοῦ σχετικοῦ διορισμοῦ αὐτοῦ. Ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει θέλομεν καθυποβάλλει αὐτῷ εἰς τὴν ποινὴν τῆς καθαιρέσεως ἐκ τοῦ ὑψηλοῦ ὑπουργήματος τῆς Ἀρχιερωσύνης, ὡς οἱ θεῖοι καὶ ἱεροὶ κανόνες διακελεύονται (ἐπὶ παραδείγματι 8/Α΄, 12/Δ΄ κ. ἄ.).

Ἐπὶ δὲ τούτοις κατασπαζόμεθα τὴν Ὑμετέραν περισπούδαστον Μακαριότητα φιλήματι ἁγίῳ καὶ διατελοῦμεν μετὰ τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης.

 

Τῆς Ὑμετέρας σεβασμίας Μακαριότητος

ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός

 

† Ὁ Ἀλεξανδρείας Θεόδωρος

 

Ἐν τῇ Μεγάλῃ Πόλει

τῆς Ἀλεξανδρείας

τῇ 14ῃ Φεβρουαρίου

 

 



 

 

Πηγή